Σελίδες

Παρασκευή 28 Ιουλίου 2017

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΑΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΝΟΥ Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,


ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 8ο, στίχοι 27 ἕως 39, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 22-10-2006.

Γνωστή καί πάλι ἡ διήγηση καί ἀπό ἄλλες περιπτώσεις παράλληλης θεραπείας δαιμονισμένων ἀπό τόν Χριστό, ἡ ὁποία ὅμως διήγηση δέν μπορεῖ νά κοιταχτεῖ μονοτόνως, δηλαδή μόνο μέ μιά ματιά, ὅτι ὁ Χριστός βρίσκει ἕνα δαιμονισμένο καί τόν γιατρεύει. Αὐτό εἶναι δεδομένο. Ἡ περικοπή ἀνοίγει ἄλλες πολύ βαθιές προοπτικές καί μάλιστα κεντρικό σημεῖο ἀφετηρίας, γιά νά μποῦμε στίς βαθύτερες προοπτικές τῆς περικοπῆς, εἶναι αὐτό τό ὁποῖο εἶπε ὁ δαιμονισμένος ὅταν ὁ Χριστός τόν ρώτησε «ποιό εἶναι τό ὄνομά σου;», πού εἶπε «λεγεών», γιατί, λέει τό κείμενο, ἦταν πολλά τά δαιμόνια πού εἶχε μέσα.
Προσέξτε αὐτή τήν πολλαπλότητα. Δέν θά τό δεῖτε αὐτό μόνο ποσοτικά, τά πολλά τά δαιμόνια. Μπορεῖ καί νά εἶναι, ἀλλά ἀναφέρεται σέ κάτι πολύ βαθύ ποιοτικό, πού ἀφορᾶ τήν ποικιλία τῶν δαιμονικῶν καταστάσεων πού ζοῦμε χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε. Αὐτό κάνει ἡ περικοπή καί μᾶς βάζει σέ μιά σκληρή ἀναμέτρηση μέ δαιμονικά πράγματα πού ζοῦμε καθημερινά χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε. Νά ἀκολουθήσω τήν πορεία τῆς περικοπῆς προσπαθώντας μέ ἁδρό τρόπο νά περιγράψω, ἀξιοποιώντας τά λόγια τῆς περικοπῆς, αὐτό τό «πολλά δαιμόνια». Τί εἶναι αὐτό τό πολλαπλό; Τί εἶναι αὐτά τά πολλά; Κάποιος θά πεῖ «πολλά πάθη», πράγματι ἔτσι εἶναι, ἀλλά τό κείμενο τό περιγράφει μέ ἄλλο τρόπο, καί ἐξωτερικό καί ἐσωτερικό. Κοιτάξτε τήν πορεία τοῦ κειμένου:

Πρῶτα-πρῶτα βάζει τόν δαιμονισμένο νά μετριέται μέ τήν ἀδυναμία νά σταθεῖ σέ ἕναν τόπο -ὅταν κάνω τήν ἀνάλυση τώρα, νά βάζετε σέ ἕναν παράλληλο ἐκφραστικό τρόπο τόν ἑαυτό σας καί τόν ἑαυτό μας. Τήν ἀδυναμία λοιπόν νά σταθεῖ σέ ἕναν τόπο, καί αὐτό τό ἐκφράζει, τό θέμα τοῦ τόπου, πολυποίκιλα. Πρῶτα-πρῶτα τό λέει: «Δέν μποροῦσε νά μείνει στήν οἰκία του, ἀδυνατεῖ νά κάτσει κάπου». Ὑπάρχουν χίλιοι λόγοι γι᾽ αὐτό, ἀλλά τίποτε δέν μπορεῖ νά εἶναι δυσκολία παρά μόνο ὁ ἑαυτός μας καί τό δαιμονικό στοιχεῖο πού κουβαλᾶμε, ἡ ἀδυναμία δηλαδή νά στραφοῦμε νά κάνουμε κάτι γιά τόν κόσμο -αὐτό εἶναι τό δαιμονικό- καί κάνουμε τό ἀντίθετο, καί περιμένουμε οἱ ἄλλοι νά κάνουν κάτι γιά μᾶς κι ἄν δέν γίνεται οἱ τόποι δέν μᾶς ἀντέχουν.
Εἶναι λοιπόν ἡ ἀδυναμία μας νά σταθοῦμε στόν τόπο. Χίλιες αἰτίες μπορεῖ νά ὑπάρχουν, ἀλλά μέσα κρύβεται κάτι δαιμονικό. Κάτι περιμένουμε νά γίνει καί δέν γίνεται καί ἀδυνατοῦμε νά σταθοῦμε στούς τόπους· καί μάλιστα κάνει μιά προέκταση τό κείμενο καί λέει: «ἠλαύνετο εἰς τὰς ἐρήμους», πήγαινε σέ ἔρημους τόπους. Βέβαια καί οἱ ἀσκητές πήγαιναν στίς ἐρήμους, ἀλλά πήγαιναν γιά νά ἁγιάσουν στίς ἐρήμους. Αὐτός πήγαινε στήν ἔρημο γιά νά ἀναπαυθεῖ. Βλέπετε, ἡ δεύτερη ἀναζήτησή μας σέ σχέση μέ τούς τόπους, ἡ δαιμονική μας ἀναζήτηση, πιστεύοντας πού κάποιοι τόποι, κάποια ἀλλαγή τῶν τόπων θά μᾶς ἀλλάξουν καί ἡ ὁριστική κατάληξη τοῦ τόπου του ἦταν, λέει, τά μνήματα ὅπου ἔμενε. Τό μνῆμα εἶναι χῶρος θανάτου, ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει ἐλπίδα, ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει ζωή, ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει Χριστός. Ὅπου καί νά κουβαλᾶμε τά δαιμονικά στοιχεῖα μας καί προσπαθοῦμε νά τά ἀναπαύσουμε πουθενά δέν θά ἀναπαυόμαστε καί καθημερινά σέ φαινομενικά ὡραίους τόπους θά μένουμε, ἀλλά σέ μνήματα θά μένουμε γιατί ἐκεῖ δέν θά ὑπάρχει ζωή, δέν θά ὑπάρχει ἐλπίδα. Ὅταν λέω «νά ὑπάρχει ὁ Χριστός» σημαίνει ὁ Χριστός νά γίνει βίωσή μας, νά γίνουμε ἐμεῖς μέσα ἀπό τόν Χριστό ἐλπίδα τοῦ κόσμου καί, ἀντί νά ἀπαιτοῦμε, νά κάνουμε κάτι γιά τούς ἄλλους. Αὐτό εἶναι τό στοιχεῖο τῆς δαιμονικῆς ἀναμετρήσεως μέ τούς τόπους.
Καί ἔρχεται μιά ἄλλη πρόκληση δαιμονικῆς ἀναμετρήσεως μέ τήν ἐμφάνιση. Ἐδῶ ἀναφέρεται στά ροῦχα μέν, ἀλλά τό κείμενο πάει πολύ μακριά οὐσιαστικά, γιατί εἶναι αὐτό πού εἴμαστε ἡ ἐμφάνιση. Ἐδῶ τό λέει, «δέν μποροῦσε νά βάλει ροῦχα ἐπάνω του». Εἶναι πρακτικό τό θέμα, ἀδυναμία κάτι νά τοῦ ἀρέσει, καί ἐκεῖνο πού ἐπέλεγε ἦταν νά φοράει ἁλυσίδες. Αὐτό εἶναι ἡ ἔκφραση τοῦ δαιμονικοῦ στοιχείου, ἡ ἐναγώνια ἀναζήτησή μας τοῦ πῶς φαινόμαστε πρός τά ἔξω. Ἔτσι νά πάρετε καί τό ἔνδυμα, νά πάρετε τή βαθιά θεολογική προοπτική του. Νά θυμηθεῖτε πού ὁ ἄνθρωπος ἐνεδύθη «χιτῶνας δερματίνους» μετά τήν πτώση. Εἶναι πολύ βαθιά ἡ προοπτική αὐτή, τό πῶς φαινόμαστε, τό πῶς θέλουμε νά φαινόμαστε, οἱ ἀπαιτήσεις πού ἔχουμε γιά τό πῶς θά μᾶς καταλάβουν. Αὐτό εἶναι δαιμονικό στοιχεῖο, γιατί τό θέμα εἶναι ὄχι νά μᾶς καταλάβουν, [ἀλλά] ἐμεῖς τί θά καταλάβουμε ἀπό αὐτούς. Ἐκεῖ κρύβεται λοιπόν δαιμονικό στοιχεῖο κι ἄς μή φαινόμαστε ἐξωτερικά δαιμονισμένοι.
Ἕνα τρίτο στοιχεῖο πού πολλαπλασιάζει αὐτή τήν ταραχή τοῦ κόσμου εἶναι τό δαιμονικό κοινωνικό στοιχεῖο. Βλέπετε, ὁ Χριστός γιατρεύει καί αὐτοί τόν διώχνουν, τοῦ λένε «νά φύγεις». Εἶναι ἄλλη ἱστορία, ὅτι κάποιοι προσπαθοῦν νά κρατήσουν ἰσορροπίες στόν κόσμο (ἡσυχία, τάξη, ἀστυνόμευση). Φαίνονται καλά πράγματα. Ὅλα εἶναι δαιμονιώδη χωρίς τόν Χριστό, γιατί ἄν ὅλα αὐτά τά κάνουν καί βγάλουν ἔξω τόν Χριστό, δέν ἔκαναν τίποτε, ἁπλῶς κρατοῦν μιά δαιμονιώδη ἡσυχία καί ἐμεῖς τέτοια δαιμονιώδη ἡσυχία δέν τή θέλουμε. Ἐμεῖς θέλουμε μιά χριστοειδή ταραχή στόν κόσμο. «Ἐγώ ἦρθα γιά νά βάλω πῦρ στόν κόσμο», εἶπε ὁ Χριστός. Ὅσοι λοιπόν μᾶς ὑποσχεθοῦν σέ κοινωνικό ἐπίπεδο ὅτι θά ἐξασφαλίσουν ἰσορροπίες ἡσυχίας πολυποίκιλης (κοινωνικῆς, οἰκονομικῆς, ὅ,τι καί νά σᾶς ποῦν) καί ἐκεῖ ἀπουσιάζει ἡ ταραχή τοῦ Χριστοῦ, νά μήν τούς πιστέψετε. Εἶναι τό τρίτο δαιμονικό στοιχεῖο.
Καί ἔρχεται ἕνα ἄλλο, πιό βαθύ, δαιμονικό στοιχεῖο, πού ἔρχεται ὁ δαίμονας καί παρακαλεῖ τόν Χριστό νά μήν τόν καταστρέψει. Φοβᾶται τόν Χριστό. Εἶναι ἄλλο δαιμονικό στοιχεῖο. Τόν ἀναγνωρίζει, ἀλλά δέν Τόν ἀντέχει. Βλέπετε, εἶναι μιά ἄλλη ἱστορία, πού εἶναι τό δαιμονικό στοιχεῖο τοῦ θρησκευόμενου ἀνθρώπου ἤ τοῦ θρησκευτικοῦ ἀνθρώπου πού ἔρχεται νά θέσει στοιχεῖα πίστεως στόν Χριστό, ἀλλά δέν ἀντέχει νά ἀναμετρηθεῖ μαζί Του, μέ τήν ἀγάπη Του, καί λέει: «μέχρι ἐδῶ· μέχρι ἐδῶ εἴμαστε».
Ὅλος αὐτός ὁ καμβάς χαρακτηρίζει, μέ ἕναν ἁδρό τρόπο πραγματικά, αὐτό τό πολυποίκιλο τῆς λεγεῶνος τῶν δαιμόνων. Ἦταν πολλά τά δαιμόνια, τά ὁποῖα κουβαλᾶμε κι ἐμεῖς πάνω μας καθημερινά, καί ἡ λύση αὐτῆς τῆς τραγωδίας μέσα ἀπό τό κείμενο εἶναι -καί πάλι στή φράση τοῦ κειμένου- ὅτι ἦρθαν οἱ περίοικοι τοῦ τόπου καί βρίσκουν τόν δαιμονισμένο «παρά τούς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ», «ἱματισμένον καί σωφρονοῦντα». Βλέπετε, τό «ἱματισμένον» ἀλλάζει τόν τρόπο ὄχι ἁπλῶς τῆς ἐμφανίσεώς του· ἀλλάζει τό πῶς θέλει νά φανεῖ ὁ ἴδιος. Εἶναι αὐτός πού εἶναι. Καί προσέξτε τή λέξη, τή λέξη-κλειδί πιά: Ἦταν «σωφρονῶν». Προσέξτε: «σώας τάς φρένας». Εἶναι αὐτό πού κάνει ἡ Ἐκκλησία· γιατρεύει τόν νοῦ, γιατρεύει τάς φρένας, γιατί ὅλη αὐτή ἡ ἱστορία τοῦ δαιμονικοῦ στοιχείου εἶναι ἀκριβῶς μιά ἱστορία φρενῶν, τοῦ νοῦ, διαστροφῆς τοῦ νοῦ, καί ἐκεῖ πάνω μπορεῖ νά ἔρθει μιά ὁριστική κατάσταση καί πρακτικοῦ δαιμονισμοῦ, ὅπως σέ ἕναν διεστραμμένο νοῦ μποροῦν νά ἐγκατασταθοῦν καί τά δαιμόνια. Εἶναι ὅμως μιά ἱστορία διαστροφῆς τοῦ νοῦ. «Σώας τάς φρένας» καί κάθεται πλάι στόν Χριστό «σωφρονῶν», πού σημαίνει ὅσοι εἶναι κοντά στόν Χριστό εἶναι σωφρονοῦντες, ἔχουν καθαρό τόν νοῦ, ἔχουν καθαρή τή διάνοια, ἔχουν περάσει ἀπό τήν κάθαρση τοῦ νοῦ.
Τό κείμενο λοιπόν εἶναι πάρα πολύ βαθύ, εἶναι πολύ προκλητικό καί μᾶς ἀναγάγει σέ πολλά καθημερινά γεγονότα, πού θά μπορεῖτε νά τά ἀναλύσετε σέ μιά συγκριτική πορεία μέ τή ζωή σας καί νά δεῖτε ποῦ μπορεῖ νά χάνουμε κάτι καί πῶς μποροῦμε νά γιατρευτοῦμε.
Ὁ Χριστός καί ὁ δαιμονισμένος τῶν Γαδαρηνῶν.
...καί τόν Χριστό δέν τόν ἄντεξαν οὔτε τά δαιμόνια οὔτε οἱ περίοικοι. Ἄς εὐχηθοῦμε νά μήν εἴμαστε σάν αὐτούς, ἀλλά νά εἴμαστε αὐτοί πού εἴμαστε παρά τούς πόδας τοῦ Χριστοῦ σωφρονοῦντες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου