Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Επιστολή-κατάθεση ψυχής για τον ΠΑΤΕΡΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ



ΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ - ΓΛΥΦΑΔΟΣ
Πάντοτε είχα μια δυσκολία να εκφρασθώ γραπτώς,. Αυτή γίνετε μεγαλύτερη τώρα που απευθύνομαι για πρώτη φορά σε μια Σεβάσμια ασκητική μορφή. Είναι μια πρωτόγνωρη πράξη γεμάτη αμηχανία και πλημμυρισμένη από αμέτρητο σεβασμό . Τι να γράψω εγώ σ΄ένα Πρωταθλητή του πνεύματος και της προσευχής. Στόχος και όραμά μου κάθε ΕΒΔΟΜΑΔΑ  είναι, να τρέξω  ΚΟΝΤΑ ΤΟΥ  Στο Άγιο Όρος ΤΗΣ ΓΛΥΦΑΔΑΣ . Η αναζήτηση και η συζήτηση με έναν πρωτοπόρο της αρετής Π ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ δεν είναι εύκολη υπόθεση. Αν το κατορθώσεις να σου διαθέσει λίγο από τον χρόνο του θεωρείς τον εαυτό σου πολύ τυχερό και ευλογημένο.
Αν ποτέ ο Θεός αποφάσιζε να κατέβει στην γη μόνο εδώ θα μπορούσε να έλθει. Η ελπίδα μου μεγαλώνει. Εδώ που λείπει η άνεση ,η εγκοσμίκευση, εδώ περπατά το πνεύμα, εδώ περπατα Θεόμορφος  άνθρωπος που έχει  υποτάξει την ψυχή του και έχουν νεκρώσει το σώμα του.
Στο ΝΑΟ  ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ  η παρακολούθηση μιας ολονύκτιας λειτουργίας αποτελεί ξεχωριστεί εμπειρία. Το φως του κεριού που κτυπά πάνω στο οστεωμένο πρόσωπο του Μοναχού ΕΝ ΚΟΣΜΩ  Π. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ φαντάζει σαν πίνακας ενός μεγάλου ζωγράφου. Έκδηλη και άμεση γίνεται η επιθυμία σου να γίνει ο πνευματικός σου. Έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη σου . Έχει κερδίσει την ψυχή σου.
Η συνάντηση μαζί ΤΟΥ  πριν 20 χρονια ηταν  μια υπέροχη εμπειρία, ηταν  μια υπέρβαση. Μια ανεξήγητη ευωδιά με περιλούζε... και ένα ανέλπιστο θαύμα έχει συντελεστεί μέσα μου . Η ψυχή μου γεμίζει παρηγοριά και ελπίδα. Και πόσο χαμηλά το..... αφήνε... να δείχνει από ταπεινότητα, μια από τις μεγαλύτερες αρετές που ειχε  ο  Π ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ.  Η άοκνος και συνεχής προσευχή ΤΟΥ  ο καθημερινός βιασμός του σώματος ΤΟΥ , ο χωρίς τελειωμό αγώνας ΤΟΥ.  ΔΙΕΚΟΠΤΕ  ΕΜΕΝΑ  ΑΠΟ ΠΟΛΛΑ & ΠΟΤΕ ΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΟΥΣΕ ...ΠΑΙΔΑΚΙ ΜΟΥ ΠΑΠΠΑΣ ΕΙΜΑΙ ΚΑΝΕ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΣΟΥ & ΤΑΠΕΙΝΩΣΟΥ ....ΠΟΛΥ ΠΡΟΣΕΥΧΗ & ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ
Θα ήθελα να ΤΟΝ  ευχαριστήσω  & ΝΑ ΤΟΥ ΠΩ ΕΝΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ

ΑΡΕΤΗ

Οἱ ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς λέγονται «πάθη»





 ΕΓΚΑΡΔΙΕΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΕΣ ΕΥΧΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΟΥ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟΝ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ



Οἱ ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς λέγονται «πάθη», λέγονται «ἁμαρτήματα». Αὐτά τά πάθη μας φταῖνε καί δέν πηγαίνουμε καλά καί ζοῦμε ὅλο ταραγμένοι. Αὐτά τά πάθη εἶναι οἱ ψυχικές μας ἀρρώστειες. Καί ὅπως γιά τίς σωματικές μας ἀρρώστιες πηγαίνουμε στόν γιατρό, ἔτσι καί γιά τίς ψυχικές μας ἀρρώστιες πηγαίνουμε στόν γιατρό τῶν ψυχῶν, τόν ἱερέα καί ἐξομολογούμαστε σ᾽ αὐτόν. Στην οὐσία ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεραπευτήριο, εἶναι νοσοκομεῖο. Καί ὅπως στό νοσοκομεῖο μπαίνουν οἱ ἄρρωστοι καί γίνονται ὑγιεῖς μέ τήν θεραπεία τῶν γιατρῶν, ἔτσι και σ᾽ αὐτό τό νοσοκομεῖο πού λέγεται Ἐκκλησία, οἱ πληγωμένες ἀπό τά πάθη ψυχές βρίσκουν σ᾽ αὐτήν τόν πνευματικό ἰατρό, τόν ἱερέα, ὁ ὁποῖος τούς δίνει τά κατάλληλα φάρμακα καί γίνονται ὑγιεῖς. Ἐννοεῖται ὅμως ὅτι ὁ ἱερέας πρέπει να ξέρει τήν ἐπιστήμη αὐτή νά θεραπεύει τήν ψυχή. Γιατί, πραγματικά, πρόκειται γιά ἐπιστήμη. Πρέπει, δηλαδή, ὁ ἱερέας νά κάνει καλή διάγνωση τῆς ψυχικῆς ἀρρώστιας καί νά δώσει τό κατάλληλο φάρμακο γιά τό κάθε νόσημα. Γιατί, ἄν δέν κάνει καλή διάγνωση καί ἄν δέν δώσει τό κατάλληλο φάρμακο, θά κάνει ζημιά στήν ψυχή καί θά τήν χειροτερέψει ἀντί νά τήν καλυτερέψει. Θά εἶναι ἕνας «κομπογιαννίτης» γιατρός!… Δέν εἶναι ὅμως ὅλοι οἱ ἱερεῖς μας θεράποντες ἰατροί.

Εἶναι μόνο ὅσοι ἔχουν ἰδιαίτερη κοινωνία μέ τόν Θεό, πού τήν πετυχαίνουν με τήν προσευχή, τήν ἄσκηση καί τήν μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί οἱ ἱερεῖς ἔχουν ἰδιαίτερα τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα τους καί γι᾽ αὐτό τούς ἐξομολόγους ἱερεῖς τούς λέμε «πνευματικούς» πατέρες. Ψάξτε, χριστιανοί μου, νά βρεῖτε ἕναν τέτοιο πνευματικό πατέρα καί, ἄν τόν βρεῖτε, βρήκατε θησαυρό. Στίς ἐπισκέψεις σας μαζί του γιά ἐξομολόγηση θά σᾶς κάνει νά νοιώθετε ὄμορφα καί ὡραῖα. Θα σᾶς κάνει νά χαρεῖτε τήν λευτεριά σας ἀπό τά ἐλεεινά τά πάθη καί νά γευθεῖτε τόν Ἰησοῦ Χριστό σάν Λυτρωτή σας καί γλυκό Θεό σας. Θά νοιώθετε ὅτι ξαναγεννηθήκατε!

4. Ὅσα καί νά πεῖ κανείς, χριστιανοί μου, δέν θά μπορέσει νά ἐκφράσει τό ὕψος τῆς ἱερωσύνης. Αὐτό ὅμως πού θέλω νά σᾶς πῶ τώρα, καί μάλιστα νά τό πῶ πολύ δυνατά, εἶναι να σέβεστε τούς ἱερεῖς. Ὅταν βλέπετε τόν ἱερέα, νά σκύβετε να τοῦ φιλᾶτε ταπεινά τό χέρι καί νά τοῦ λέτε: «Τήν εὐχή σας, πάτερ». Ἐπίσης στόν ἱερέα νά λέτε: «Εὐλογεῖτε, πάτερ». Γιατί αὐτός, σάν ἱερέας, ἔχει ἰδιαίτερα τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, καί σάν ἱερέας, πάλι, τελεῖ τήν Θεία Λειτουργία, πού ἀρχίζει μέ τό «εὐλογημένη ἡ Βασιλεία». Νά μήν κατηγορεῖτε τούς ἱερεῖς σας, χριστιανοί μου, γιατί αὐτοί σᾶς ἁγιάζουν καί σᾶς λένε τό «εἰρήνη πᾶσι» καί τό «εὐλογία Κυρίου καί ἔλεος ἔλθοι ἐφ᾽ ὑμᾶς». Μήν πικραίνετε τόν ἱερέα σας, γιατί, ἄν κάνετε τόν ἱερέα νά ἀναστενάξει, αὐτό δέν θά εἶναι καθόλου καλό, οὔτε γιά σᾶς οὔτε για τήν οἰκογένειά σας.

Ο ταπεινός Ιερέας










Ο ταπεινός Ιερέας που τον στόλιζε πάντοτε άδολη ευσέβεια και βαθειά ειλικρινής ευγένεια, που όλοι τον αγαπούσαν για την ευθύτητα του χαρακτήρα και την απλότητα των ηθών του, την 10 μηνός Σεπτεβριου του 2018, αναχώρησε για να συναντήσει τον Μέγα Πατέρα μας και να τον υπηρετεί από την Άνω Ιερουσαλήμ.
Ήταν ο Ιερέας που συμμετείχε στη χαρά σου και σε απογείωνε, που συμμετείχε και συμπαραστεκόταν στην λύπη σου με το μοναδικό του βλέμμα, τις κινήσεις του, την ηρεμία του και τις συμβουλές του, που σου απάλυνε τον πόνο σου και σε έκανε να νοιώθεις πιο κοντά στο Θεό.



ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ Π. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΕ




Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με



Προσπάθησε πάντα ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νά ἐπενδύῃ ὅλα σου τά ἔργα· κάθε πνοή καί κάθε νόημα. Ὦ τότε, πόσο θά εὐφραίνεται ἡ καρδία σου! Πόσο θά χαίρεσαι, διότι θά ἀνεβαίνῃ ὁ νοῦς σου εἰς τά οὐράνια. Διά τοῦτο μή ἀμελῇς νά λέγῃς·
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Ὅταν ψάλῃς, θά κατανοῇς τά ψαλλόμενα· θά ἔχῃς ὄρεξιν καί φωνήν ἱκανήν καί ταπείνωσιν, διά νά ἀποδίδῃς καθώς ἁρμόζει τά λόγια τοῦ Θεοῦ. Διά τοῦτο μή ἀδικῇς ἄλλο τήν ψυχήν σου, ἀλλά καί ψάλλων λέγε ἐνδόμυχα τήν εὐχήν·
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Ὅταν ἐργάζεσαι, ἄς μή ἀπορροφᾶται ὅλη σου ἡ δύναμις εἰς τήν ἐργασίαν, ἀλλά νά λέγῃς ψιθυριστά καί τήν εὐχήν. Τότε καί τά ἔργα σου θά εἶναι ὀρθά, χωρίς λάθη, καθαρά ἀπό λογισμούς, καί ἡ ἀπόδοσις τῆς ἐργασίας σου θά εἶναι μεγαλυτέρα. Λέγε λοιπόν τήν εὐχήν, διά νά εὐλογοῦνται τά ἔργα σου·
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον σκεπάζει τήν ψυχήν πού εὔχεται. Εἰσέρχεται μέχρι τά βάθη τῆς ψυχῆς, ἐλέγχει ὅλον τόν ἐσωτερικό κόσμο τῆς ψυχῆς καί τόν κατευθύνει πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τότε μόνο ἡ ψυχή ἔχει τήν δύναμι νά εἰπῇ μαζί μέ τόν Προφήτη: «Εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τόν Κύριον καί πάντα τά ἐντός μου τό ὄνομα τό ἅγιον αὐτοῦ». Λέγε λοιπόν τήν εὐχή, διά νά ἔχῃς τήν σκέπην τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅταν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καλύπτει τήν ψυχήν σου, αἰσθάνεσαι μιά πληρότητα καί πολλή ταπείνωσι. Δέν ἐπηρεάζεσαι ἀπό τήν ἀδικία, τήν εἰρωνεία ἤ τόν ἔπαινο. Ζῇς σέ μιά πνευματική ἀτμόσφαιρα, πού δέν εἰσέρχεται εὔκολα ὁ ἰός τῆς ἁμαρτίας. Ὁ πνευματικός ἀνακρίνει τά πάντα, αὐτός δέ ὑπ᾿ οὐδενός ἀνακρίνεται. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον σοῦ δίδει ἄλλα μάτια καί ἄλλη κρίσι. Λέγε λοιπόν τήν εὐχή, διά νά ζῇς ἄνετα μέσα σέ κάθε περιβάλλον.
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Πηγή ἀείρροος γίνεται ἡ ψυχή σου καί πολλοί θά δροσίζωνται ἀπό τά νάματα αὐτῆς. Μή ἀδικῇς ἄλλο τήν ψυχήν σου καί τόν πλησίον σου, ἀλλά λέγε ἐκφώνως·
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Ὡς ἄνθος ἀμάραντον καί δένδρον εὐσκιόφυλλον πεφυτευμένον παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται ἡ ψυχή σου, ὅταν λέγῃς·
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Λέγε τήν εὐχήν καί ἄφησε τήν Χάριν νά εἰσέλθῃ εἰς τά βάθη τῆς ψυχῆς σου. Γίνε τότε θυρωρός ἄγρυπνος τῆς ψυχῆς σου καί θεατής τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί λέγε μετ᾿ εὐφροσύνης·
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἶναι ἡ εὐλογία ὅλου τοῦ κόσμου. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἶναι τό φῶς καί ἡ ζωή τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία ἀνυμνεῖ καί δοξολογεῖ ἀπό τά βάθη αὐτῆς τό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καί λέγει: «Ἁγία Τριάς, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς».
Ἐνύχτωσε στόν Ἄθωνα καί ἄλλο δέν βλέπω.
μοναχού Μαρκέλλου Καρακαλληνού
από το βιβλίο «Αίσθησις ζωής αιωνίου»
έκδοση ΧΦΔ

Ατενίζοντας τον Χριστό






Τα λόγια του Κυρίου πως μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται (Ματθ. 5,8) φανερώνουν τον κεντρικό ρόλο της καρδιάς στο πλαίσιο της εν Χριστώ πνευματικότητας, καθώς ἐκ γὰρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι (Ματθ. 15,19). Έτσι, η δυνατότητα ατενίσεως της θεότητας περνάει μέσα από την κάθαρση αυτού του κέντρου που η πατερική σοφία αναγνωρίζει όχι μόνον ως φυσικό, αλλά και ως παραφυσικό (Ματθ. 15,19) και ακόμη και υπερφυσικό (καθώς εντός της καρδιάς φυλάσσεται η θεία Χάρις που λαμβάνει ο βαπτισμένος στο όνομα του Ιησού).

Η λέξη ατένιση, τώρα, μπορεί να οριστεί ως: 1. Κοιτάζω με προσηλωμένο βλέμμα ευθεία μπροστά και μακριά και 2. Κατευθύνω την προσοχή μου, προσηλώνομαι σε κάτι[1]. Για την καθαρή εμπειρία, όμως, ενός Αγίου, η έννοια της αληθινής και γνήσιας ατενίσεως του θείου προσώπου, πηγαίνει πολύ βαθύτερα από την απλή εστίαση του νου, καθώς συνδέεται με την ίδια την έννοια της θεωρίας, η οποία «στὴν Πατερικὴ παράδοση […] σημαίνει ὅρασις». Διότι, όπως θα πει ο Ιωάννης Ρωμανίδης, «θεωρία […] ἔχει ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος βλέπει. Καὶ θεολογικὰ βλέπει κανεὶς μὲ δύο τρόπους: Πρῶτον βλέπει μέσῳ τῆς ἐνδιαθέτου πίστεως, μέσῳ δηλαδὴ τῆς νοερᾶς προσευχῆς[2], διότι ἡ νοερὰ προσευχὴ εἶναι ἕνα εἶδος θεοπτίας, κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ ἄνθρωπος βλέπει τὸν Θεὸν μὲ τὴν ἔννοια ὅτι αὶσθάνεται τὸν Θεὸν νὰ προσεύχεται μέσα του. Αὐτὴ ἡ αἴσθησις λέγεται νοερὰ αἴσθησις καὶ εἶναι μία καθαρὴ εμπειρία. Αὐτὴ ἡ νοερὰ αἴσθησις εἶναι ἡ πρώτη βαθμὶς τῆς θεωρίας. Ἡ δεύτερη βαθμὶς αὐτῆς τῆς θεωρίας εἶναι ἡ θέωσις, ποὺ εἶναι ἡ ἴδια ἡ θεοπτία, δηλαδὴ ἡ θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός, κατὰ τὴν ὁποία καταργεῖται ἡ εὐχή»[3].

Εύλογα, λοιπόν, γεννάται το ερώτημα: Ποια είναι η σχέση μεταξύ εξαγιασμού της καρδιάς και νοεράς προσευχής; Με άλλα λόγια, πώς συνδέεται η πρακτική της επικλήσεως του ονόματος του Ιησού με τον εξαγνισμό της καρδιάς του ανθρώπου; Διότι και τα δυο αποτελούν τον δρόμο προς την ατένιση του θείου προσώπου. Ας ακούσουμε, λοιπόν, τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου, που λέει πως: η ἀρχὴ της καθάρσεως είναι ἡ ἡσυχία (P.G. 32,228), δηλαδή η ειρήνη που χαρίζει το Άγιο Πνεύμα στην καρδιά και στους λογισμούς του πιστού. Και συνεχίζει ο όσιος Φιλήμων λέγοντας πως ὀφείλει ὁ χριστιανός διά μέσου τῆς ἡσυχίας νά καθαρίσῃ τελείως τόν νοῦ, δίδοντάς του μέρα καί νύκτα τήν πνευματική ἐργασία τῆς Νοερᾶς προσευχῆς, τῆς νήψεως καί τῆς προσοχῆς[4]. Και το οφείλει αυτό διότι ὁ νοῦς, κατά τον Μέγα Βασίλειο, πού δέν σκορπίζεται στά ἐξωτερικά πράγματα καί δέν διαχέεται καί δέν περιπλανιέται ἀπό τίς αἰσθήσεις στόν ἔξω κόσμο ἐπανέρχεται στόν ἑαυτό του καί, μέ τήν παντοδύναμη βοήθεια τῆς θείας Χάριτος, ἀνέρχεται πρός τόν οὐράνιο θρόνο τοῦ Ἁγίου Θεοῦ γιά νά ἑνωθῆ μαζί Του![5]. Επομένως, η συχνή επανάληψη του ονόματος του Ιησού καθαρίζει το ἐσωτερικὸν τοῦ ποτηρίου (Ματθ. 23,26), δηλαδή την εμπαθή καρδιά, και, έτσι, οδηγεί τον άνθρωπο σε πρώτη φάση στο να  βλέπει τὸν Θεὸν μὲ τὴν ἔννοια ὅτι αὶσθάνεται τὸν Θεὸν νὰ προσεύχεται μέσα του και, εν συνεχεία, στην ίδια την θεοπτία, δηλαδή στην θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός, κατὰ τὴν ὁποία καταργεῖται ἡ εὐχή. Έτσι, ο σκοπός της πρακτικής της μονολόγιστης ευχής είναι η επιστροφή του νου μέσα στην καρδιά, καθώς με αυτόν τον τρόπο ο νους καθαρίζεται, φωτίζεται και τελειοποιείται[6].

Είναι περίεργο πως, για την πατερική παράδοση, η έννοια της ατένισης του θείου προσώπου περνά μέσα από την αποφυγή της ατένισής του. Και εξηγούμαι φέρνοντας το παράδειγμα του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτη, που είπε τα εξής: Να προσεύχεσθε χωρίς να σχηματίζετε στο νου σας εικόνες. Να μη φαντάζεσθε τον Χριστό. Οι Πατέρες ετόνιζαν το ανεικόνιστον στην προσευχή. Με την εικόνα υπάρχει το ευόλισθον, διότι ενδέχεται στην εικόνα να παρεμβληθεί άλλη εικόνα. Ενδέχεται και ο πονηρός να κάνει παρεμβολές και να χάσομε την χάρι[7].

Όλα αυτά σχετίζονται, βέβαια, και με την πραγματική φύση του Θεού, την οποία βιώνουν οι άγιοι στην εμπειρία της θέωσης, όταν διακρίνουν πως ο Θεός οὔτε Μονάς εἶναι οὔτε Τριάς εῖναι οὔτε Ἑνάς εἶναι οὔτε Θεός εἶναι οὔτε Ἀγάπη εἶναι κλπ.! Διότι δὲν ὑπάρχουν ὀνόματα ἢ νοήματα, ποὺ νὰ μποροῦν νὰ ἀποδώσουν τὸ τί εἶναι ὁ Θεός. Δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ συλλάβη τὸν Θεό. Αὐτὸ ἀποκλείεται. Τὰ νοήματα καὶ οἱ λέξεις χρησιμοποιοῦνται μόνον ὡς ὁδηγοὶ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ὄχι γιὰ νὰ ἀποδώσουν ἢ νὰ ἐξηγήσουν κάτι ἀπὸ τὸν Θεό[8]. Έτσι, η πραγματική ατένιση του Χριστού δεν είναι απλά και μόνο η προσήλωση του νου προς Αυτόν, διότι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἐκεῖνο, ποὺ σκέπτεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν Θεό, ἢ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ σκεφθῆ[9]. Γι’ αυτό και όταν ο άνθρωπος φθάσει στην ἐμπειρία τῆς θεώσεως, διαπιστώνει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀνώνυμος[10]!

Γεώργιος Ν. Μαραγκουδάκης

Η εμπιστοσύνη στον πνευματι





– Γέροντα, αν στεναχωρηθεί κάποιος πολύ γιατί τον μάλωσε για κάποιο σφάλμα του ο πνευματικός, και πέσει σε λύπη, αυτό έχει μέσα εγωισμό;

– Εμ βέβαια, έχει μέσα και εγωισμό. Αν στεναχωρηθεί κατά θεόν, θα έχει παρηγοριά, θα έχει και πρόοδο γιατί θα προσπαθήσει να μην το ξανακάνει. Πρέπει να λέει τις δυσκολίες, τους λογισμούς του, τις πτώσεις του στον πνευματικό, και να δέχεται με χαρά και την ήπια και την αυστηρή συμπεριφορά του, γιατί όλα από αγάπη και ενδιαφέρον γίνονται για την πρόοδο της ψυχής του.
– Και αν , Γέροντα, δεν δέχομαι το μάλωμα ή την παρατήρηση;
– Αν δεν δέχεσαι, θα μείνης αδιόρθωτη. Όσοι δεν δέχονται τις παρατηρήσεις ούτε και από τους ανθρώπους που τους αγαπούν, τελικά παραμένουν στραβόξυλα και αχρηστεύονται μόνοι τους πνευματικά. Όπως οι σανίδες που δεν δέχονται το πλάνισμα του μαραγκού, για να γίνουν έπιπλα, καταλήγουν στα μπετά ή στις σκαλωσιές και πατιούνται και λασπώνονται, μέχρι που καταλήγουν στην φωτιά, έτσι και αυτοί στο τέλος καταστρέφονται.
– Γέροντα, όταν κάποιος διαφωνεί σε ένα θέμα με τον πνευματικό του, τι πρέπει να κάνει;
– Να πει απλά και ταπεινά τον λογισμό του. Βέβαια χρειάζεται πολλή προσοχή στην επιλογή του πνευματικού, ώστε να μπορεί κανείς να τον εμπιστεύεται και να αναπαύεται με την καθοδήγησή του.
– Συμφέρει, Γέροντα, όταν κανείς βλέπει κάτι διαφορετικά από τον πνευματικό , να επιμένει στην γνώμη του;
– Όχι, γιατί δεν ξέρει τί κρύβεται πίσω από αυτό που ο ίδιος δεν θεωρεί σωστό. Για να καταλάβει π.χ. κάποιος τί κρύβεται πίσω από μια ενέργεια του πνευματικού του ίσως ο πνευματικός να πρέπει να του πει την εξομολόγηση ενός άλλου. Επιτρέπεται να πει την εξομολόγηση ενός άλλου; Ασφαλώς όχι. Ας πούμε ότι έχει συνεννοηθεί με τον πνευματικό να τον δει την τάδε ώρα, αλλά την ώρα εκείνη πηγαίνει και κάποιος άλλος που είχε λογισμούς να αυτοκτονήσει και ο πνευματικός παίρνει πρώτα εκείνον. Οπότε σκέφτεται: « Πήρε πρώτα αυτόν, εμένα με περιφρονεί » . Πώς να του πει όμως ο πνευματικός ότι αυτός είχε φθάσει στο σημείο να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας; Αν του εξηγήσει, καταστρέφει, χαντακώνει τον άλλον. Ενώ, αν σκανδαλιστεί αυτός ή αν κατεβάσει μούτρα, δεν θα γίνει μεγάλο κακό. Μια φορά έτσι σκανδαλίσθηκαν μερικοί που ήρθαν εκεί στο Καλύβι. Ήταν κάποιος που τον κατάφεραν με πολλή δυσκολία οι δικοί του να έρθει να συζητήσουμε και τον δέχθηκα με πολλή χαρά. Τον ασπάσθηκα, του έδωσα κομποσχοίνι, εικονάκια. Οι άλλοι παρεξηγήθηκαν. « Εμάς ο Γέροντας, είπαν, ούτε μας έδωσε σημασία » . Αυτός ο καημένος ήταν άσωτος. Εγώ ήξερα λεπτομέρειες για την ζωή του. Έφυγε μετά άλλος άνθρωπος. Χίλιες φορές να σκανδαλισθούν οι άλλοι. Δεν μπορείς , για να αναπαύσεις τον έναν με μια εξήγηση, να καταστρέψεις τον άλλον.


Απόσπασμα από το Βιβλίο:
«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ» – ΛΟΓΟΙ Γ΄
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Όχι στις προσκολλήσεις



Η αποφυγή προσκολλήσεων είναι απαραίτητη όχι μόνο μέσα στα Μοναστήρια και τις μοναστικές Αδελφότητες, αλλά και για τους λαϊκούς πιστούς.

Υπάρχουν πνευματικοί οι οποίοι, ενώ είναι αρκετά ευσεβείς, όμως καλλιεργούν μία πολύ ισχυρή εξάρτηση από τον εαυτό τους και υποθάλπουν μία προσκόλληση στον εαυτό τους. Αυτό είναι πέρα για πέρα αρρωστημένο. Συνήθως δεν το καταλαβαίνουν και όταν τους το υποδείξει κανείς, διαμαρτύρονται και εξανίστανται.

Ο πνευματικός εξαφανίζει τον εαυτό του και βάζει στον εξομολογούμενο Χριστό και μόνο Χριστό. Μέλημά του είναι η διακονία του Χριστού. Δεν ευχαριστιέται με τη φράση: «τα πνευματικά μου τέκνα…», αλλά «τα τέκνα του Θεού». Είναι δούλος του Θεού ο πνευματικός και όχι το αφεντικό. Αυτή η φράση, που συχνά ακούγεται: «τα πνευματικά μου παιδιά», είναι πολύ επικίνδυνη. Μερικές φορές μυρίζει και αρκετό εγωισμό. Δε φτιάχνουμε δικά μας παιδιά, αλλά παιδιά του Θεού. Αυτό βέβαια είναι αφάνταστα λεπτό θέμα και δυσδιάκριτο. Ας προσπαθούμε, όσοι έχουμε τη χάρη της πνευματικής πατρότητας, να βιώνουμε πολλή ταπείνωση, για να μπορούμε να διακρίνουμε τις λεπτές αυτές ισορροπίες.

Ο εξομολογούμενος βέβαια θα τρέφει αγάπη και σεβασμό προς τον πνευματικό του πατέρα. Θα εκδηλώνει υπακοή ελεύθερα και αβίαστα, αλλά θα προσέχει πάντα να μην έχει προσκόλληση, που βλάπτει την πνευματική ζωή.

Η καρδιά πρέπει να είναι πάντα στραμμένη στο Θεό. Ν’ αγαπά το Θεό και να υπηρετεί το Θεό. Οι αρρωστημένες εκείνες καταστάσεις που αγαπά περισσότερο τον πνευματικό του από τον Θεό είναι τελείως απαράδεχτες. Έχω ζήσει τέτοιες αρρωστημένες καταστάσεις στην ποιμαντορική μου διακονία και έχω πικρή πείρα.

Με επισκέφθηκε κάποτε στο γραφείο μου στον Πειραιά μια ομάδα φοιτητών και φοιτητριών δεκαπέντε περίπου ατόμων. Φαίνονταν πολύ καλά παιδιά, με πολλή ευσέβεια και σεμνότητα. Μου είπαν κάποιο πρόβλημα που είχε τότε ο πνευματικός τους πατέρας με την Ιερά Σύνοδο. Και τα φαινομενικά καλά αυτά παιδιά μου είπαν με ένα στόμα και οι δεκαπέντε: «Εάν τιμωρηθεί απ’ την Ιερά Σύνοδο ο πνευματικός μας πατέρας, θα φύγουμε όλοι και θα πάμε μαζί του στους Παλαιοημερολογίτες». Τους είπα με αγάπη ότι μιας τέτοια σκέψη είναι τελείως λανθασμένη και εκτός ορίων του πνεύματος του Χριστού. Όμως τα παιδιά αυτά, που όντως είχαν πολλή ευσέβεια μέσα τους και φαίνονταν καλοί χριστιανοί, όταν μετά δύο μήνες τιμωρήθηκε από την Ιερά Σύνοδο ο πνευματικός τους πατέρας, έφυγαν όλοι μαζί του και πήγαν στους παλαιοημερολογίτες. Αυτές είναι θλιβερές καταστάσεις, που δεν είναι όμως σπάνιες στον ελλαδικό χώρο.

Η σχέση Πνευματικού και πνευματικών τέκνων



Στην Ορθόδοξη παράδοση η άμεση δράση του παρακλήτου μέσα στη Χριστιανική κοινότητα είν' εντυπωσιακά φανερή σε δύο «πνευματοφόρες» μορφές· τούς γέροντες ή πνευματικούς πατέρες και τους δια Χριστόν σαλούς.

Ο γέροντας, γνωστός στα ελληνικά ως «γέρων» και στα ρωσικά ως «στάρετς» δεν είναι ανάγκη να είναι οπωσδήποτε ηλικιωμένος, αλλά να είναι σοφός ως προς την εμπειρία του για την θεία αλήθεια και ευλογημένος με την χάρη της «πνευματικής πατρότητας», με το χάρισμα να καθοδηγεί άλλους στην Οδό. Αυτό που προσφέρει στα πνευματικά του παιδιά δεν είναι κυρίως ηθικές οδηγίες ή ένας κανόνας ζωής, αλλά μία προσωπική σχέση. «Ένας στάρετς», λέει ο Dostoevsky, « είν ' αυτός που παίρνει τη ψυχή σου, τη θέλησή σου μέσα στη δική του ψυχή και θέληση». Οι μαθητές του π. Ζαχαρία συνήθιζαν να λένε γι' αυτόν: «Ήταν σαν να κρατούσε τις καρδιές μας μέσα στα χέρια του».

Ο στάρετς είναι ο άνθρωπος της εσωτερικής ησυχίας που δίπλα του μπορούν χιλιάδες να βρουν σωτηρία. Το ’γιο Πνεύμα του έχει δώσει, σαν καρπό της προσευχής του και της άρνησης του εαυτού του, το δώρο της διόρασης ή διάκρισης που τον κάνει ικανό να διαβάζει τα μυστικά στις καρδιές των ανθρώπων· κι έτσι απαντάει, όχι μόνο στις ερωτήσεις που οι άλλοι του θέτουν, αλλά επίσης στις ερωτήσεις- συχνά πολύ πιο θεμελιώδεις- που ούτε καν είχαν σκεφτεί να ρωτήσουν. Σε συνδυασμό με το δώρο της διόρασης έχει και το δώρο της πνευματικής θεραπείας, τη δύναμη ν' αποκαθιστά τις ψυχές των ανθρώπων και μερικές φορές και τα σώματά τους. Αυτή την πνευματική θεραπεία την παρέχει όχι μόνο με τα συμβουλευτικά του λόγια αλλά και με την σιωπή του και με την ίδια την παρουσία του. Όσο σημαντική μπορεί να είναι η συμβουλή του, πολύ πιο σημαντική είναι η μεσολαβητική του προσευχή. Ολοκληρώνει τα παιδιά του με το να προσεύχεται διαρκώς γι' αυτά, με το να δέχεται τις χαρές και τις λύπες τους σαν να ήταν δικές του, με το να παίρνει στους ώμους του το φορτίο της ενοχής τους ή της ανησυχίας τους. Κανείς δεν μπορεί να είναι στάρετς, αν δεν προσεύχεται επίμονα για τους άλλους.

Αν ο στάρετς είναι ιερέας, συνήθως η αποστολή του της πνευματικής καθοδήγησης είναι στενά συνδεδεμένη με το μυστήριο της εξομολόγησης. Αλλά ένας στάρετς στην πλήρη έννοια, όπως περιγράφεται από τον Dostoevsky ή εξηγείται από τον π. Ζαχαρία, είναι κάτι περισσότερο από έναν ιερέα- εξομολόγο. Ένας στάρετς, στην πλήρη έννοια, δεν μπορεί να διοριστεί από κάποια ανώτερη εξουσία. Αυτό που συμβαίνει είναι απλώς ότι το ’γιο Πνεύμα, μιλώντας κατευθείαν στις καρδιές των Χριστιανών, αποκαλύπτει ότι αυτό ή εκείνο το πρόσωπο έχει ευλογηθεί από το Θεό με τη χάρη να καθοδηγεί και να θεραπεύει άλλους. Ο αληθινός στάρετς με αυτήν την έννοια είναι μια προφητική μορφή και όχι κάποιος επίσημος αξιωματούχος. Αν και συνηθέστατα είναι ιερομόναχος, μπορεί επίσης να είναι έγγαμος ιερέας κάποιας ενορίας, ή άλλοτε- αλλ ' αυτό είναι λιγότερο συχνό- μια μοναχή ή ένας λαϊκός, άνδρας ή γυναίκα, που ζει έξω στον κόσμο. Αν ο στάρετς δεν είναι ο ίδιος ιερέας, αφού ακούσει τα προβλήματα των ανθρώπων και δώσει συμβουλές, συχνά τους στέλνει σε κάποιον ιερέα για το μυστήριο της εξομολόγησης και την άφεση.

Η σχέση ανάμεσα στο παιδί και τον πνευματικό πατέρα ποικίλει πάρα πολύ. Μερικοί επισκέπτονται ένα στάρετς ίσως μία ή δύο φορές σ' όλη τους τη ζωή, σε μία στιγμή ιδιαίτερα κρίσιμη, ενώ άλλοι είναι σε συχνή επαφή με τον στάρετς τους βλέποντάς τον κάθε μήνα ή ακόμη και κάθε μέρα. Κανόνες δεν μπορούν να μπουν από πριν· ο σύνδεσμος μεγαλώνει μόνος του κάτω από την άμεση καθοδήγηση του Πνεύματος.

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ








Εξομολόγος = Κάθε ιερέας που έχει πάρει από τον Επίσκοπό του το δικαίωμα να εξομολογεί (Σ' αυτόν πάμε και λέμε μόνο τις αμαρτίες μας για να πάρουμε άφεση και να κοινωνήσουμε, αν ο Πνευματικός μας είναι μακριά ή δεν είναι προσωρινά διαθέσιμος)

Πνευματικός = Ο Εξομολόγος που έχουμε επιλέξει με πολύ προσοχή και του έχουμε αναθέσει την πνευματική μας πρόοδο (σ' αυτόν πηγαίνουμε και του λέμε την πνευματική μας κατάσταση και μας δίνει οδηγίες πως ν' αγωνιστούμε καλύτερα για να βελτιωθούμε)

Φυσικά ο Εξομολόγος και ο Πνευματικός καλά είναι να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο κι αν αυτό δεν συμβεί για πρακτικούς λόγους, τότε όταν ξαναεπισκεφτούμε τον Πνευματικό μας καλά είναι να του πούμε περιληπτικά και τις αμαρτίες τι οποίες εξομολογηθήκαμε σε άλλο Εξομολόγο, έστω κι αν γι αυτές έχουμε πάρει άφεση, ώστε να έχει συνολική εικόνα της κατάστασής μας.

Δεν είναι θέμα ορολογίας, αλλά ουσίας. Εσύ πως αισθάνεσαι. Αισθάνεσαι δεμένος μ' αυτό τον άνθρωπο με μια σχέση Πατέρα - γιου (στο πνευματικό επίπεδο); Με λίγα λόγια τον αγαπάς και τον σέβεσαι όπως τον πατέρα σου; Αισθάνεσαι την ανάγκη να τηρήσεις τις συμβουλές του, εξ αιτίας αυτής της σχέσης; Αν ναι, τότε αυτός είναι ο Πνευματικός σου. Αν όχι τότε χρειάζεται να βρεις κάποιον άλλο, που να μπορεί να σου εμπνεύσει αυτά τα αισθήματα

Ο ιερέας επιτελεί έργο Αγγέλων



      Ο Ιερέας δεν είναι ένα συνηθισμένο πρόσωπο. Παρά τις αμαρτίες, οι οποίες αναπόφευκτα ως άνθρωπο τον βαρύνουν, παρά τις ατέλειες και τις βρότειες(ανθρώπινες) αδυναμίες του, εξαιτίας της αγίας ιεροσύνης που φέρει, βρίσκεται ανάμεσα στο Θεό και στους ανθρώπους. Μεταξύ ουρανού και γης! Γιατί η ιεροσύνη «τελείται μεν επί της γης, τάξιν δε επουρανίων έχει ταγμάτων…». Τελείται μεν πάνω στη γη, αλλά ανήκει στα έργα των ουρανίων δυνάμεων. Και τούτο είναι πολύ φυσικό, εφόσον δεν την ίδρυσε ούτε άνθρωπος, ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος, ούτε καμιά άλλη κτιστή δύναμη, αλλά την ίδρυσε το ίδιο το Πανάγιο Πνεύμα, το οποίο και έκαμε ανθρώπους που ακόμα ζουν με το σώμα τους, ικανούς να διεξάγουν υπηρεσία Αγγέλων, όπως μας πληροφορεί ο απλανής διδάσκαλος της Εκκλησίας, ο Χρυσορρήμων Ιωάννης.
     Ο ιερέας επιτελεί έργο Αγγέλων. Ή μάλλον και υψηλότερο των Αγγέλων, διότι οι Άγγελοι δεν έχουν εξουσία να τελούν τη Θεία Λειτουργία, ενώ εκείνος μετέχει στην ιεροσύνη του Χριστού και θυσιάζει τον Αμνό του Θεού! Οι Άγγελοι δεν έχουν εξουσία να συγχωρούν αμαρτίες, ενώ εκείνος έχει εξουσία όχι μόνο να συγχωρεί, αλλά και να μη συγχωρεί («δεσμείν και λύειν»), και η απόφασή του δεσμεύει την κρίση του Θεού! Είναι οικονόμος των Μυστηρίων του Θεού! Προσφέρει στον Κύριο την προσευχή της Εκκλησίας- την ευχαριστία, τη δοξολογία και τα αιτήματά μας, και φέρνει στο λαό τη χάρη, την ειρήνη, τη συγχώρηση, την καταλλαγή, την ίαση, τη δωρεά, «πάσαν δόσιν αγαθήν και παν δώρημα τέλειον, άνωθεν καταβαίνον εκ του Πατρός των φώτων». Προσφέρει τον κόσμο στο Θεό και κατεβάζει το Θεό στον κόσμο! Ουρανώνει τη γη και θεώνει τον άνθρωπο!
Βασιλείς και άρχοντες και οι σπουδαίοι της γης, όλοι από τη μια μεριά, δεν μπορούν να ισοσταθμίσουν ένα ιερέα από την άλλη! Γιατί εκείνος, μόνος του, απλός και άσημος συχνά κατά κόσμον, μπορεί όχι μόνο τον κόσμο και τους επί γης να οικονομήσει κατά Θεόν, αλλά και τους προ πολλού απελθόντες! Όταν λειτουργεί ο πάπας, ο τελευταίος και αμαρτωλός -αν θέλετε- φωτίζεται και η ίδια η κόλαση, και βρίσκουν κάποια αναψυχή και παρηγοριά κι αυτοί οι απολεσθέντες! Γι’ αυτό και ο Πατέρας του Γένους μας Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός λέει: «Αν συναντήσω στο δρόμο ένα παπά και τον Βασιλέα, τον παπά θα τιμήσω περισσότερο κι αυτόν θα χαιρετήσω πρώτα. Αν συναντήσω έναν Άγγελο και έναν Ιερέα, πρώτα τον ιερέα θα χαιρετήσω και θα προσκυνήσω και μετά τον Άγγελο »!

Άγγελοι βάπτισαν ανθρώπους, μετέδωσαν τη θεία Ευχαριστία και χειροτόνησαν ιερείς.


αγγελοι
Η διδασκαλία της Εκκλησίας μας για τους αγγέλους δεν αναφέρει ότι έχουν τη δυνατότητα να τελούν ιερά μυστήρια. Μια ενδεχόμενη εξήγηση του πράγματος είναι ότι οι άγγελοι δεν έχουν υλικό σώμα και είναι, κατά τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, «ανεπίδεκτοι μετανοίας». Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με τον άνθρωπο. Επειδή έχει «την του σώματος ασθένειαν» , έχει και τη δυνατότητα της μετανοίας. Εφόσον όμως τα ιερά μυστήρια συνδέονται στο σύνολο τους κατά ένα μικρό ή μεγάλο μέρος με τη μετάνοια, οι άγγελοι δεν έχουν την κατά φύσιν δυνατότητα να τα τελούν.
Όμως η ευσεβής παράδοση μας περιγράφει περιπτώσεις που άγγελοι βάπτισαν ανθρώπους, μετέδωσαν τη θεία Ευχαριστία και χειροτόνησαν ιερείς.
Ας δούμε μια πρώτη περίπτωση που άφορα την τέλεση του μυστηρίου της χειροτονίας επισκόπου από αγγέλους. Πρόκειται για το γνωστό Άμφιλόχιο (+395), που ως επίσκοπος Ικονίου άσκησε μεγάλη δραστηριότητα εναντίον των αιρετικών. Η σχετική περιγραφή για τη χειροτονία του περιλαμβάνεται σε δύο κείμενα που γράφτηκαν σε μεταγενέστερη εποχή. Τούτο συμπεραίνεται από το γεγονός ότι οι ιστορικές πληροφορίες που δίνουν δεν είναι μόνο γενικές άλλα και σε πολλές περιπτώσεις λανθασμένες.
Σύμφωνα με τις περιγραφές των δύο κειμένων ο Αμφιλόχιος ήταν μοναχός. Όταν ο άξιος επίσκοπος του Ικονίου, ο Ιωάννης, εκδήμησε στον Κύριο, ο Αμφιλόχιος πρέπει να ήταν σαράντα ετών. Η πρόνοια όμως του Θεού για την επισκοπή που χήρευε εκδηλώθηκε με την επιλογή του Αμφιλοχίου.
Ήταν νύχτα, όταν άγγελος Κυρίου πληροφόρησε τον Αμφιλόχιο ότι θα χειροτονηθεί επίσκοπος της Εκκλησίας του Ικονίου. Παρά τη θεοσημία ο Αμφιλόχιος ήταν συγκρατημένος, φοβούμενος μήπως το συμβάν δεν προερχόταν από το Θεό. Το άλλο όμως βράδυ συνέβη το ίδιο, καθώς και το μεθεπόμενο. Την τρίτη φορά σηκώθηκε από το στρώμα με πρόθεση να αναλάβει ο ίδιος τον έλεγχο του φαινομένου. Για το σκοπό αυτό απευθύνθηκε στον άγγελο και του λέει: «Αν είσαι άγγελος του Θεού να συμπροσευχηθούμε». Ο άγγελος συμφώνησε, έσκυψε το κεφάλι και είπε: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ πλήρης ο ουρανός και η γη της δόξης Αυτού».
Στο σημείο εκείνο ο άγγελος πιάνει το χέρι του Αμφιλοχίου και τον οδηγεί στο ναό. Οι πόρτες άνοιξαν από μόνες τους. Φως πλούσιο περιέλουσε το ναό, που γέμισε από ένα πλήθος άνδρες με άσπρους χιτώνες. Στη συνέχεια όλοι αυτοί τον οδήγησαν στο θυσιαστήριο, του έδωσαν στα χέρια του αυτό που κρατούσαν, που έμοιαζε να είναι το Ευαγγέλιο, ενώ του είπαν την ευχή ο Κύριος «είη μετά σου». Ένας από το χορό των ανδρών που προΐστατο έκανε τη σύσταση να προσευχηθούν, ώστε να φοιτήσει το Άγιο Πνεύμα στον υποψήφιο. Τότε όλοι προσευχήθηκαν και αφού απάντησαν το «Ειρήνη σοι» έφυγαν στη μέση της νύχτας.
Την υπόλοιπη νύχτα ο Αμφιλόχιος σκεφτόταν το συμβάν, ώσπου χτύπησε το τάλαντο «τους αδελφούς αφυπνίζον». Πήγε στο ναό και ανέφερε το γεγονός στον ηγούμενο. Σε όλη τη Λειτουργία έμεινε άφωνος, πεσμένος καταγής. Μετά από αρκετή ώρα συνήλθε, ενώ το πρόσωπο του φωτιζόταν «απορρήτω αίγλη».
Όταν επέστρεψε στο κελί του από το ναό βρήκε επτά επισκόπους που τον περίμεναν με σκοπό να τον χειροτονήσουν επίσκοπο Ικονίου. Τον παίρνουν πάλι στο ναό και άρχισαν να φορούν τις ιερατικές τους στολές. Τότε ο Αμφιλόχιος τους πληροφόρησε τι συνέβη κατά τη διάρκεια της νύχτας και μέχρι εκείνη την ώρα. Πίστεψαν στα λεγόμενα του και κάλεσαν τούς άλλους επισκόπους και τους λοιπούς κληρικούς για να αναγγείλουν ότι ο Αμφιλόχιος χειροτονήθηκε επίσκοπος Ικονίου παμψηφεί .
Μια άλλη περίπτωση συνδέεται με τη Θεία Μετάληψη, την οποία άγγελοι έδιναν σε μοναχό. Τη σύντομη αύτη διήγηση μας την αναφέρει ο Μακάριος από την Αλεξάνδρεια, που ήταν ιερέας στους γνωστούς μοναχούς με το όνομα Κελλιώτες, επειδή έμεναν στην περιοχή των Κελλίων. Μια από τις διηγήσεις του αναφέρθηκε και σε κάποιον Μάρκο που ήταν νεότερος του στην ηλικία και διακρινόταν για την υπερβολική πραότητα του και τη σωφροσύνη του περισσότερο από κάθε άλλον. Ξεχώριζε ακόμη και για ικανότητα του στην αποστήθιση της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Γι’ αυτόν το Μάρκο ο Μακάριος έδωσε τη μαρτυρία, ότι την ώρα που μετέδιδε τη Θεία Ευχαριστία στους άλλους μοναχούς δεν τη μετέδιδε ο ίδιος και στο Μάρκο, γιατί ειδικά γι’ αυτόν παρενέβαίνε άγγελος που έπαιρνε τα τίμια δώρα από την αγία τράπεζα και τον μεταλάμβανε.
Ένα τρίτο περιστατικό αναφέρεται σε πολύ μεταγενέστερα χρόνια. Το σχετικό κείμενο, που ανάγεται στον 15ο αιώνα, αναφέρεται σε θαύματα και από άποψη τύπου γραψίματος ανήκει στα λεγόμενα επικά. Μια κόρη από γονείς χριστιανούς ζούσε μαζί τους σε περιοχή μουσουλμάνων. Επειδή στην περιοχή αυτή δεν υπήρχε ορθόδοξος ιερέας, η κόρη ήταν αβάπτιστη. Όταν ενηλικιώθηκε πειράχτηκε από το σατανά και πολύ βασανιζόταν. Μετά το θάνατο του πατέρα της εκδηλώθηκε η θεία ευσπλαχνία. Κατεβαίνει η Παναγία από τον ουρανό και ελευθερώνει τη νέα από το σατανά. Στη συνέχεια παρακαλεί τον Υιό της να ρίξει φωτιά και να κατακαύσει το δαίμονα «ίνα μη πάλιν πειράξη αυτήν».
Ύστερα η Παναγία μεταφέρει τη νέα σε άλλη περιοχή, όπου υπήρχε ορθόδοξος ναός. Τότε λέγει στους συνοδούς της αγγέλους. «Λάβετε αυτήν υμείς και βαπτίσατε». Όταν τη βάπτισαν της φόρεσαν λευκή στολή και στεφάνι στο κεφάλι της και, τέλος, της έδωσαν να μεταλάβει τα άχραντα μυστήρια. Στη συνέχεια τη μετέφεραν πάλι στον τόπο από τον οποίο την είχε πάρει η Παναγία.
(Ηλίας Βουλγαράκης, Καθημερινές ιστορίες Αγίων και αμαρτωλών στο Βυζάντιο, Εκδ. Μαΐστρος, σ. 65)

Το μυστήριο της Εξομολογήσεως


Τα ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας είναι θεοσύστατες τελετές, που μεταδίδουν στα μέλη της, με αισθητά σημεία, την αόρατη καθαρτική και αγιαστική Θεία Χάρη. Και τα επτά Μυστήρια μεταδίδουν όλα τη μία Θεία Χάρη, αλλά το καθένα την μεταδίδει σαν ειδική και αναντικατάστατη ενέργεια και γι αυτὸ είναι αναγκαία για την εν Χριστώ σωτηρία μας, πλην όχι όλα υποχρεωτικά. Υποχρεωτικά είναι τα Μυστήρια του Βαπτίσματος, Χρίσματος, Θ.Ευχαριστίας, Μετανοίας και Εξομολογήσεως.
Το μυστήριο του Βαπτίσματος αποτελεί την εκκλησιαστική πράξη με την οποία πραγματοποιείται η εν Χριστώ αναγέννησή μας. Είναι το πρώτο, το εισαγωγικό μυστήριο της Εκκλησίας. Βρίσκεται στην αφετηρία της εν Χριστώ σωτηρίας του καθενός μας. Η μυστηριακή πράξη του Βαπτίσματος μας δίνει τη δυνατότητα μετοχής στα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και στην κοινή εκκλησιαστική ζωή, κορυφαία έκφραση της οποίας είναι η συμμετοχή μας στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας
Η ανθρώπινη όμως φύση, εύκολα νικιέται από τον αιώνιο εχθρό μας τον διάβολο, ο οποίος αγωνίζεται νυχθημερόν να μαυρίση την αρχική καθαρότητα της ψυχής, που μας δόθηκε στο Άγιο Βάπτισμα. Οι ποικίλες αμαρτίες στις οποίες υποπίπτουν οι πιστοί τους στερούν την δυνατότητα της μυστηριακής κοινωνίας με το σώμα της Εκκλησίας. Από την κατάσταση αυτή της απομάκρυνσης και της αποκοπής από την κοινωνία της Εκκλησίας (παρά την τυπική διατήρηση της ιδιότητας του μέλους της) απαλλασόμαστε μέσω του μυστηρίου της Μετανοίας και Εξομολογήσεως.  Το μυστήριο αυτό είναι η μοναδική οδός επιστροφής και επανένταξής μας στην Εκκλησία, που κορυφώνεται και επισφραγίζεται με την συμμετοχή μας στην τράπεζα της Ευχαριστίας. Για να κατανοήσουμε έτσι το μυστήριο της Εξομολογήσεως είναι αναγκαίο να δούμε τι είναι αμαρτία και ποιά είναι τα ολέθρια αποτελέσματά της.
Η σημασία της λέξης "αμαρτία"
"Αμαρτία" σημαίνει: "αστοχία". Και "αμαρτάνω" σημαίνει: "αστοχώ".
Όταν όμως μιλάμε για αστοχία, είναι φυσικό να υπονοείται η ύπαρξη ενός στόχου. Και κάθε μας ενέργεια, είτε είναι εύστοχη, είτε άστοχη σε κάποιο βαθμό. Ποιός όμως είναι ο στόχος; Και τι είναι η ευστοχία και η αστοχία;
Φυσικό είναι, ο στόχος στον οποίο αποσκοπούν οι ενέργειές μας, να αντιπροσωπεύει το κέντρο όλης μας της ύπαρξης. Ο στόχος να είναι ο σκοπός της ίδιας της ζωής μας! Και ο σκοπός της ζωής για τον άνθρωπο είναι η ομοίωση με τον Θεό! Πλασθήκαμε κατ εικόνα Του, για να οδηγηθούμε ελεύθερα στο «καθ ομοίωσιν». Το κατ εικόνα είναι η δυνατότητα να του μοιάσουμε, μία δυνατότητα την οποία στερούνται τα ζώα. Και το καθ ομοίωσιν, είναι Η ΕΠΙΤΕΥΞΗ αυτού του στόχου. Να γίνουμε όμοιοι με τον Θεό κατά χάριν.
Κάθε άνθρωπος, είναι ελεύθερος, να αξιοποιήσει αυτή τη δυνατότητα που του δίνει ο Θεός με την ύπαρξη που του έχει χαρίσει. Είναι ελεύθερος, να "ΣΤΟΧΕΥΣΕΙ" με τη ζωή και τις πράξεις του στη Θέωση.
Κάθε μας ενέργεια και κίνηση, είτε μας φέρνει πιο κοντά στο στόχο, στο ποθούμενο της Θέωσης, είτε μας απομακρύνει από αυτό το στόχο. Και κάθε ενέργεια που μας φέρνει πιο κοντά, είναι μία ευλογημένη από τον Θεό επιτυχία. Ενώ κάθε αστοχία από το στόχο αυτό, είναι ΑΜΑΡΤΙΑ.
Επίσης πρέπει να τονίσουμε, ότι θα πρέπει να βλέπουμε την αμαρτία όχι σαν ενοχή, αλλά σαν ασθένεια. Όχι σαν πράξη, αλλά σαν σύμπτωμα.
Όταν ο πνευματικός, μας εξομολογεί, στην πραγματικότητα ακροάζεται τα συμπτώματα! Δεν αντιμετωπίζει ως ασθένεια αυτή καθεαυτή την πράξη που θα του εξομολογηθούμε. Δεν είναι η πράξη το αληθινό πρόβλημα, αλλά υπάρχει κάτι βαθύτερο, το οποίο οδήγησε τον ψυχοσωματικό μας οργανισμό σε αυτή την πράξη. Πρόκειται για κάποιο πάθος, ριζωμένο μέσα μας, το οποίο αγωνίζεται ο πνευματικός να ξεριζώσει με τη συμβουλή, με τον κανόνα, και με την πορεία που μας δίνει. Ανιχνεύει ο πνευματικός, ποιός είναι ο λόγος της "αστάθειας" που κάνει το χέρι μας να στοχεύει λάθος, και να ξεφεύγει από το στόχο. Και μας προτείνει το κατάλληλο φάρμακο.
Με τον ίδιο τρόπο μας βλέπει και μας αντιμετωπίζει και ο Θεός όταν αμαρτάνουμε. Όχι σαν κατάδικους, αλλά σαν ασθενείς. Όχι σαν ενόχους, αλλά σαν άρρωστα και αγαπητά του παιδιά. Αν το δούμε έτσι, αμέσως αντιλαμβανόμαστε, ότι κανείς μας δεν πρέπει να φοβάται νοσηρά τον Θεό, τον ουράνιο Πατέρα και ιατρό των ψυχών μας. Αλλά αντίθετα, με χαρά να ακολουθούμε τις προτροπές Του, και των ιατρών που Εκείνος έχρισε με το Πνεύμα του το Άγιο, να μας θεραπεύουν.
Αν αντιλαμβανόμαστε έτσι, με το πραγματικό της πρόσωπο την αμαρτία, δεν θα κατακρίνουμε και δεν θα μισούμε κανέναν αμαρτάνοντα συνάνθρωπό μας. Θα τον βλέπουμε σαν έναν ασθενή αδελφό μας, που αδυνατεί να τεντώσει σωστά το τόξο του, και να επιτύχει τον ποθούμενο στόχο του σκοπού της ζωής.
Και εδώ είναι το μεγάλο θαύμα! Γιατί αυτή καθεαυτή η αντίληψη της πραγματικής έννοιας της αμαρτίας, ταυτόχρονα θεραπεύει και εμάς, που έτσι δεν μισούμε κανέναν, δεν κατακρίνουμε, δεν μνησικακούμε, δεν επικρίνουμε, δεν ζητάμε εκδίκηση, αλλά αντιθέτως βοηθάμε, μακροθυμούμε, αγαπάμε, συγχωρούμε, προσευχόμαστε, αγωνιούμε για τον ασθενή αδελφό μας. Και γινόμαστε έτσι όμοιοι με τον Θεό της αγάπης και ρίχνουμε σταθερά τα βέλη μας στο στόχο. Και ελπίζουμε ότι θα λάβουμε μία μέρα από τον Δίκαιο Κριτή του αγώνα, τον έπαινο για τον κατά Θεόν αγώνα μας. 
Τα στάδια της αμαρτίας
Ο άνθρωπος αμαρτάνει εκουσίως, ακουσίως, εν γνώσει, εν αγνοία εν λόγω η κατά διάνοιαν. Τα εν αγνοία διαπρατόμενα αμαρτήματα είναι αυτά που οι Θεοφόροι Πατέρες αποκαλούν λογισμούς. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διακρίνει τα εξής πέντε στάδια στους λογισμούς: Προσβολή, συνδυασμός, πάλη, πάθος και συγκατάθεση. Λέγει ο Άγιος: «Π ρ ο σ β ο λ η είναι η απλή υπόμνηση του διαβόλου, κάνε τούτο η εκείνο…Αυτό δεν είναι στην εξουσία μας. Σ υ ν δ υ α σ μ ο ς είναι η παραδοχή του λογισμού που μας υποβάλλει ο εχθρός, και με ένα τρόπο η μελέτη του πονηρού λογισμού και η ηδονική συνομιλία με την προαίρεσή μας. Π α θ ο ς είναι η έξη που δημιουργείται από τον συνδυασμό του λογισμού που υποβάλλει ο εχθρός και η συνεχής σχετική μελέτη και φαντασία. Π α λ η είναι η αντίσταση στον λογισμό που γίνεται η η προς κατάργηση του πάθους που αυτός περιέχει ...η η προς συγκατάθεση…Σ υ γ κ α τ α θ ε σ η είναι η συγκατάνευση στο πάθος που περιέχει ο λογισμός. Ύστερα από την συγκατάθεση ακολουθεί η πράξη της αμαρτίας.» Έτσι για να αποφύγουμε την αμαρτία πρέπει να αγωνιστούμε εναντίον των προσβολών των κακών λογισμών.
Οι συνέπειες της αμαρτίας
Στην παραβολή του ασώτου υιού φαίνονται καθαρά τα αποτελέσματα της αμαρτίας που συνπτικά είναι τα εξής:                                                                               
1) Απομάκρυνση από τον Πατρικό οίκο.
Δηλαδή την από τον φιλάνθρωπο Θεό και την Εκκλησία του. Ο άνθρωπος παύει να είναι, κατά Χάριν, υιός του Θεού και με την αμαρτία αποκόπτεται από την κοινωνία της πατρικής αγάπης, ζει μία ζωή εγωκεντρική, μία ζωή υποταγμένη στο πάθος της φιλαυτίας.
2) Παντελής έλειψη των θείων αγαθών.
Αφού ο άσωτος υιός διασκόρπισε τις θείες δωρεές, κατάλαβε ότι στην χώρα όπου ζούσε υπήρχε λιμός ισχυρός, δηλαδή παντελής «έλλειψη των συγκροτούντων την ψυχήν πνευματικών βρωμάτων». Του λείπει η τροφή που στερεώνει την καρδιά.
3) Υποδούλωση στα πάθη και στον διάβολο.
4) Η θλίψη και η οδύνη.
Είναι χαρακτηριστική η τροφή με την οποία προσπαθεί ο άσωτος να χορτάσει την πείνα του: Τα ξυλοκέτρατα. Όπως αυτά γλυκαίνουν στην αρχή εκείνον που τα τρώγει και στην συνέχεια αφήνουν μία μόνιμη αίσθηση στυφότητας, έτσι και η αμαρτία. Γλυκαίνει στην αρχή τον άνθρωπο με την ψεύτικη ευχαρίστηση που προσφέρει, αλλά στην συνέχεια αφήνει μία διαρκή αίσθηση πικρίας. Η τελική συνέπεια της αμαρτίας είναι ο θάνατος.
Ο Μέγας Βασίλειος γράφει:«Ζωή ο Θεός, στέρησις δε της ζωής θάνατος». Εφ όσον ο Θεός είναι η ζωή και η αμαρτία είναι η απομάκρυνση από τον Θεό, άρα η αμαρτία είναι ο θάνατος.
Η μετάνοια
Η λέξη «μετάνοια» σημαίνει μεταβολή, αλλαγή νου, διανοίας εσωτερικά, αλλά και εξωτερικά της διαγωγής και συμπεριφοράς του ανθρώπου με βάση πλέον την πίστη και τον θείο Νόμο του Κυρίου. Είναι ακριβώς η προϋπόθεση να δεχθεί ο άνθρωπος την σωτηρία και την Θεία Χάρη.
Υποδείγματα Μετανοίας
Πρώτο το παράδειγμα του Προφήτου Δαυίδ. Ο Κύριος συγχώρησε τα αμαρτήματά του επειδή ωμολόγησε : « Ημάρτηκα τω Κυρίω.»
Ο ιερός Χρυσόστομος λέγει ότι ο Χριστός μας προτρέπει να ομολογήσουμε τα αμαρτήματά μας, όχι για να μας τιμωρήσει αλλά για να μας συγχωρήσει.
Δεύτερο παράδειγμα: Ο Απόστολος Πέτρος. Ο Κύριος δέχτηκε την μετάνοιά του επειδή έκλαυσε για την αμαρτία της αρνήσεώς Του.
Τρίτο το παράδειγμα της πόρνης γυναικός. Σ αυτὸ έχουμε τη μαρτυρία του Κυρίου ο οποίος μας βεβαιώνει: «Συγχωρήθηκαν οι πολλές της αμαρτίες επειδή αγάπησε πολύ».
Τέταρτο παράδειγμα μετανοούντος είναι ο βασιλεύς της Ιουδαίας Μανασσής. Όταν ο Θεός τον τιμώρησε για την αποστασία του, (επανέφερε στον περιούσιο λαό του Θεού την ειδωλολατρεία), ο Μανασσής λυπήθηκε πολύ. Η θλίψη την οποία ο Θεός έδωσε στον Μανασσή για την αμαρτία της αποστασίας, τον οδήγησε στην μετάνοια.
Πέμπτο το παράδειγμα του Τελώνου. Ο Θεός δέχτηκε την μετάνοια του Τελώνου, λόγω της ταπεινοφροσύνης του. Ο ιερός Χρυσόστομος ονομάζει την ταπεινοφροσύνη «οδό μετανοίας».
Έκτο και τελευταίο παράδειγμα μετανοίας είναι ο ληστής που σταυρώθηκε ταυτόχρονα με τον Χριστό. Η Εκκλησία μας βεβαιώνει ότι: «η του ληστού μετάνοια τον Παράδεισον εσύλησεν(=άρπαξε)».
Η αγία μας Εκκλησία μας προβάλλει όλα αυτά τα ζωντανά παραδείγματα της μετανοίας, ώστε να παρακινηθούμε κι εμείς να αρχίσουμε την πορεία της επιστροφής προς τον Θεό. Και αν ακόμη ξεπεράσαμε στην αμαρτία όλους τους αμαρτωλούς, ας αρχίσουμε την οδό της μετανοίας με την πεποίθηση ότι το έλεος του Θεού νικά το πλήθος των αμαρτιών μας.
Ίσως αναρωτηθούμε: «Και αν πέσουμε πάλι;…Θα μας δεχτεί άραγε ο Θεός η θα μας αποστραφεί και εγκαταλείψει;».
Η πλούσια όμως πείρα των αγίων Πατέρων μας, μας δίνει την απάντηση:
«Ανάστα πάλιν, και πάλιν».
Το μυστήριο της Μετανοίας-Εξομολογήσεως
Την προσωπική μετάνοια επισφραγίζει η μυστηριακή Μετάνοια, η συγκεκριμένη δηλαδή μυστηριακή πράξη της Εκκλησίας με την οποία δυνάμει του Αγίου Πνεύματος, συγχωρούνται τα αμαρτήματα του μετανοούντος και επιστρέφοντος χριστιανού. Έτσι ο πιστός αποκαθίσταται στην οργανική φυσική του θέση μέσα στην Εκκλησία, όπου γίνεται δυνατή η κοινωνία του με το Θεό, η είσοδός του στην Ευλογημένη Τριαδική Βασιλεία.
Στην Εκκλησία το νόημα του Μυστηρίου της Μετανοίας είναι ακριβώς η συγχώρηση όλων ανεξαίρετα των μετά το Βάπτισμα αμαρτιών, αφού ο άνθρωπος σαν ελεύθερος και σαν αδύνατος μπορεί και πάλι να αμαρτήσει.
Η ιερή εξομολόγηση ήταν πράξη γνωστή στην Παλαιά Διαθήκη (Λευϊτ. ε' 5-6. Αριθμ. ε 5-7. Παροιμ. κη' 13). Γι αυτὸ και οι άνθρωποι προσέρχονταν στον Ιωάννη τον Πρόδρομο και εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους, ενώ εκείνος πιστοποιούσε την μετάνοιά τους με το βάπτισμα (Ματθ. γ' 5-6. Μαρκ. α' 4-5).
Η πράξη αυτή συνεχίσθηκε και στη χριστιανική Εκκλησία: «πολλοί των πιστευσάντων ήρχοντο εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών και φανερώνοντες τας πράξεις αυτών» (Πραξ. ιθ' 18) με αποτέλεσμα να συγχωρούνται από τους αποστόλους, σύμφωνα με την υπόσχεση του Κυρίου, πως θα δινόταν στους αποστόλους η εξουσία αυτή (Ματθ. ιστ' 19. ιη' 18). Αυτό εκπληρώθηκε μετά την ανάσταση του Χριστoύ. Η συγχώρηση δεν βασιζόταν φυσικά στη δύναμη των απoστόλων, αλλά «εν τω αίματι» του Κυρίου (Ιωαν. κι' 21-23. Α' Ιωαν. α' 7).
Ο εξομολόγος χρησιμοποιείται ως όργανο, ως υπηρέτης του Χριστού και οικονόμος των μυστηρίων του Θεού (Α' Κορ. δ' 1. πρβλ Τιτ. α' 7. Α' Ιωαν. α' 9- β' 2).
Δεν κάνει τίποτε δικό του. Είναι απλώς όργανο στα χέρια του Θεού.
Πολύ χαρακτηριστικά ο Ιερός Χρυσόστομος γράφει: «Ο Ιερεύς την εαυτού δανείζει γλώτταν και την εαυτού παρέχει χείρα» (Εις το κατά Ιωάννην,ομιλία PG τ.59). Γι αυτὸ και όταν διαβάζει την συγχωρητική ευχή στον εξομολογούμενο λέγει: « …Αυτός ο Θεός συγχωρήσαι σοι δι εμού του αμαρτωλού πάντα, και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι».
Στην αρχαία Εκκλησία η εξομολόγηση γινόταν δημόσια στην ιερή σύναξη των πιστών, όπου βέβαια ήταν και το ιερατείο και ο επίσκοπος, ο οποίος έδινε την άφεση. «Πάσιν ουν μετανοούσιν αφίησιν ο θεός, εάν συνδράμωσιν εις ενότητα Χριστού και συνεδρείαν του επισκόπου» λέγει χαρακτηριστικά ο άγιος Ιγνάτιος (Ιγν., Φιλαδ. 8,1), ενώ η «Διδαχή» προτρέπει: «Εν Εκκλησία εξομολογήση τα παραπτώματά σου, και ου προσελεύση επί προσευχήν σου εν συνειδήσει πονηρά, αύτη εστίν η οδός της ζωής»(Διδ. 4,14).
Ο άγιος Κυπριανός τονίζει πως ο αμαρτωλός γίνεται πάλι δεκτός στην εκκλησιαστική κοινωνία, δηλαδή στο μυστήριo της θείας ευχαριστίας «δια της επιθέσεως των χειρών του επισκόπου και του ιερατείου», αφού προηγουμένως εξομολογηθεί (Κυπρ. επιστ. 16,2), δεν επιτρέπει την θεία κοινωνία σε κανένα, «εάν προηγουμένως ο επίσκοπος και το ιερατείο δεν επιθέσουν την χείρα επάνω του» (επιστ. 18,2), η «άφεση», λέγει, που έγινε «δια των ιερέων» είναι «αρεστή στον Κύριο» (De lapsis 29).
Για να μην μένει λοιπόν ο άνθρωπος μακριά από την Θεία Χάρη, αλλά και να μην κοινωνεί έχοντας πάλι τον μολυσμό της αμαρτίας, ο Κύριος όρισε στους Αποστόλους Του και αυτοί στην Εκκλησία το Μυστήριο της Μετανοίας η Ιεράς Εξομολογήσεως σαν δεύτερο Βάπτισμα και σαν αναγκαία καθαρτική προετοιμασία για την φρικτή κοινωνία των Αχράντων Μυστηρίων.
Η σύσταση του Μυστηρίου
Το μυστήριο της Μετανοίας ίδρυσε και παρέδωσε ο Κύριος στους Αποστόλους Του μετά την Ανάσταση, όταν τους είπε: «...Λάβετε Πνεύμα Άγιον˙ αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινων κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιωαν. κ', 22-23).
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστoμoς αναφέρει για τους ιερείς: «Ενώ κατοικούν και περιφέρονται στη γη (οι ιερείς) ανέλαβαν τη διευθέτησι ουρανίων υποθέσεων, με εξουσία, που ο Θεός δεν έδωσε ούτε στους Αγγέλους, ούτε στους Αρχαγγέλους. Δεν είπε στους Αγγέλους: Όσα δέσετε στη γη, θα είναι δεμένα και στους ουρανούς, και όσα λύσετε στη γη, θα είναι λυμένα και στους ουρανούς. Και οι επίγειοι άρχοντες έχουν εξουσία να δένουν, αλλά μόνο σώματα.Ο δεσμός των ιερέων αναφέρεται στην ψυχή και διαβαίνει τους ουρανούς. Όσα οι λειτουργοί κληρικοί της Εκκλησίας τελούν κάτω στη γη, τα επικυρώνει πάνω ο Θεός. Ο Δεσπότης Θεός εγκρίνει ενέργειες της χάριτος, που οι δούλοι (οι ιερείς) ενεργούν». (Χρυσ., Περί Ιερωσ. Λόγος γ' 5).
Τα αισθητά σημεία του Μυστηρίου
Τα σημεία αυτά είναι τρία: 
1) Η εξομολόγηση των αμαρτιών μπροστά στον Πνευματικό με ειλικρινή μετάνοια.
2) Η επίθεση της χειρός του Πνευματικού στον Εξομολογούμενο.
3) Η συγχωρητική ευχή που διαβάζει ο Ιερέας, αλλά ο Χριστός είναι ο συγχωρών.
Η τέλεση του Μυστηρίου
Το Μυστήριο είναι «απόρρητο». Δεν έχει δικαίωμα ούτε ο Πνευματικός να ανακοινώσει τίποτε απ όσα άκουσε στην Εξομολόγηση, ούτε άλλος κανείς να ζητήσει η ν απαιτήσει πληροφορίες. Κανονικά ούτε και ο Εξομολογούμενος πρέπει ν ανακοινώνει όσα άκουσε, διότι αυτά ισχύουν μόνο για τη δική του περίπτωση. Σ άλλον, άλλο φάρμακο, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του, και την ιδιαιτερότητά του θα δώσει ο Πνευματικός.
Η αναγκαιότητα του Μυστηρίου
«Δεν είναι το ίδιο, λένε μερικοί, να εξομολογηθώ ενώπιον του Θεού μπροστά στα εικονίσματα, εντελώς μόνος, αφού ο Θεός είναι παντογνώστης;». Όχι. Εφόσον ο Κύριος θέλησε η σωτηρία για το συμφέρον μας να γίνεται με αισθητό τρόπο και εφόσον συμμετέχει ο πιστός στα άλλα μυστήρια με αισθητό τρόπο, πως εδώ θα ισχύσει άλλο μέτρο; Εφόσον το Μυστήριο είναι Θεοσύστατο και αιώνων πλέον πράξη της Εκκλησίας του Χριστού, σύμφωνα με την δική Του εντολή, το Μυστήριο είναιαναγκαιότατο. Η συντριβή και η ταπείνωση που δημιουργεί η συναίσθηση, αλλά και η ανακοίνωση των αμαρτιών ενώπιον του Πνευματικού, ασκούν πολλή επίδραση στην ψυχή. Ο Πνευματικός, όπως ο γιατρός θα δώσει και συγκεκριμένες συμβουλές και οδηγίες. Σαν άνθρωπος γνωρίζει πολύ καλά την ανθρώπινη αδυναμία και σαν Πνευματικός μπορεί να ενισχύσει, να παρηγορήσει, να καθοδηγήσει συγκεκριμένα, να παρακολουθεί την πρόοδο της πνευματικής μας ζωής. Είναι λοιπόν και από αυτή την πλευρά αναγκαίο το Μυστήριο, σαν αληθινό ιατρείο ψυχών. Έτσι αγίασαν πάρα πολλοί άνθρωποι, που ήταν πρώτα μεγάλοι αμαρτωλοί και τώρα επικαλούμεθα τις ευχές και πρεσβείες τους. Τέτοιος ήταν και ο Άγιος Κυπριανός, πρώην μάγος και πιστός υπηρέτης του διαβόλου, ο οποίος όμως, αφού μετάνιωσε και εξομολογήθηκε, έφθασε στο σημείο να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Τέτοιες ήταν διάφορες γυναίκες του υποκόσμου, που έσερναν χιλιάδες ανθρώπους στην κόλαση με την πορνεία, αλλά η μετάνοιά τους ήταν βαθιά και άρχισε πρώτα με την απόθεση του φορτίου των αμαρτιών με την Εξομολόγηση, σήμερα δε συγκαταλέγονται στο Ορθόδοξο Αγιολόγιο (Αγία Πελαγία, Αγία Ταϊσία, Αγία Ευδοκία κ.λ.π.). Σαράντα ολόκληρα χρόνια έκλαιγε και πενθούσε τις αμαρτίες της η Οσία Μαρία η Αιγυπτία στην έρημο του Ιορδάνη και πότιζε την άνυδρη έρημο με τα καυτά δάκρυα της μετανοίας. Και όμως, ο Θεός δεν την πήρε από την ζωή αυτή, προτού της στείλει τον Αββά Ζωσιμά, στον οποίο εξωμολογήθηκε, όσα είχε κάνει πριν από σαράντα χρόνια. Η Εξομολόγησις λοιπόν σαν συνέχεια και συμπλήρωμα της βαθειάς Μετανοίας μας, είναι όρος απαραίτητος για την σωτηρία μας.
Ο Πνευματικός Πατέρας
Η αυθεντική και γνήσια Ζωή εν Χριστώ είναι η χαρισματική ζωή του αναγεννημένου χριστιανού. Ο πλούτος και το κάλλος του πιστού είναι τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, τα οποία όμως θα αποκτήσει μόνον εφ όσον θέσει τον εαυτό του υπό την καθοδήγηση ενός έμπειρου Πνευματικού Πατρός. Όσον είναι απαραίτητος στην φυσική γέννηση ο σαρκικός πατέρας, τόσον επίσης αναγκαίος για την Πνευματική γέννηση είναι ο Πνευματικός πατέρας. Και όπως στην φυσική γέννηση έχουμε τρία στάδια: Την σύλληψη, την κυοφορία και τον τοκετό,έτσι συμβαίνει και στην Πνευματική γέννηση.
Ο Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος γράφει σχετικά σε πνευματικό του τέκνο. «Συνελάβομεν σε δια διδασκαλίας. Ωδινήσαμεν σε δια μετανοίας. Απετέκομεν σε δι υπομονής πολλής και ωδινών και πόνων σφοδρών και καθημερινών δακρύων». Ποιό ακριβώς είναι το έργο του πνευματικού πατέρα; «Η επιμέλεια ψυχών αίματι Χριστού εξηγορασμένων» μας λέει ο Μ.Βασίλειος (ΒΕΠΕΣ 53, 305). Ο πνευματικός πατέρας είναι οδηγός στην εν Χριστώ ζωή. Ο ιατρός της ψυχής, που «εν πολλή ευσπλαγχνία κατ επιστήμην της του Κυρίου διδασκαλίας» (Μ. Βασιλείου, Ηθικά Π', ΒΕΠΕΣ 53, 129). Θεραπεύει τα πάθη και βοηθά το πνευματικό του παιδί να αποκτήσει την εν Χριστώ υγεία: Ζωντανή πίστη και σταθερή πνευματική ζωή. «Αν όρος και σκοπός του Χριστιανισμού -διδάσκει ο Μ.Βασίλειος- είναι η μίμηση του Χριστού, οι την οδηγίαν των πολλών πεπιστευμένοι τους έτι ασθενεστέρους δια της εαυτών μεσιτείας προβιβάζει οφείλουσι τη του Χριστού εξομοιώσει» (ΒΕΠΕΣ 53, 204). Στο δρόμο που οδηγεί στην κοινωνία με το Χριστό και τη θέωση, οι πνευματικοί πατέρες μας είναι οι έμπειροι χειραγωγοί και οι ακούραστοι συμπαραστάτες. Για να υπηρετήσει όμως ένας ποιμένας το τόσο υψηλό και υπεύθυνο έργο οφείλει να είναι πράγματι πνευματικός. Όργανο «τω Πνεύματι αρμοζόμενον και κρουόμενον», όπως γράφει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Μόνο αυτός που γνωρίζει κάτι εκ πείρας μπορεί και να το μεταδώσει. Και ο πνευματικός πατέρας για να χειραγωγήσει άλλους στη χριστιανική ζωή, θα πρέπει να την ζει πρώτα ο ίδιος. Να αποτελεί «τύπον των πιστών» (Α' Τιμ. 4, 12) και «ζων Ευαγγέλιον». Να παρέχει κατά τον Μ.Βασίλειο «τον εαυτού βίον εναργές υπόδειγμα πάσης εντολής του Κυρίου» (ο.π.,ΒΕΠΕΣ 53, 204). Περισσότερο από το λόγο να ομιλεί το παράδειγμά του. Να εμπνέει με την ενάρετη ζωή του. Να οικοδομεί με την αγάπη και την πατρική στοργή του, αφού κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος «ποιμένα αληθινόν αποδείξει αγάπη. Δι αγάπην γαρ ο Ποιμήν ο Μέγας εσταύρωται». (Προς τον Ποιμένα 24, PG88, 1177Β).    
Στην καλύτερη κατανόηση του ρόλου του πνευματικού πατέρα μας βοηθούν και δύο άλλες εικόνες που συναντούμε συxνά στα κείμενα των αγίων Πατέρων μας. H πρώτη είναι αυτή της αναβάσεως σ ένα δύσβατο ψηλό βουνό. Αυτός που για πρώτη φορά επιxειρεί να αναρριxηθεί, xρειάζεται να ακολουθήσει ένα συγκεκριμένο μονοπάτι, πρέπει να έχει μαζί του ως συνοδίτη και οδηγό κάποιον που να έχει ξανανεβεί και να γνωρίζει το δρόμο. Αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος του πνευματικού πατέρα. Συνοδίτης και οδηγός στην πνευματική μας πορεία, στην εν Χριστώ ζωή μας. Η δεύτερη εικόνα είναι από τον χώρο της φυσικής ασκήσεως του σώματος, από τον χώρο του αθλητισμού. Όλοι όσοι αθλούνται σε οποιοδήποτε άθλημα έχουν ανάγκη από έναν έμπειρο οδηγό, τον προπονητή, που τους εισάγει στα μυστικά του αθλήματος και τους κατευθύνει με πολλή φροντίδα κατά τη διάρκεια των προπονήσεων. Ανάλογη είναι και η αποστολή του πνευματικού πατέρα: Γνώστης ο ίδιος εκ πείρας της εν Χριστώ ζωής αναλαμβάνει να μυήσει σ αυτὴν τα πνευματικά του παιδιά.
Το Ιερό Μυστήριο της Μετανοίας-Εξομολογήσεως, ως μυστήριο του θείου Ελέους, αποτελεί την επιστροφή μας στον πατρικό οίκο και στην πατρική αγάπη. Με αυτό το μυστήριο δεχόμαστε πάλι την χάρη της θείας υιοθεσίας, διότι «όπου αμαρτημάτων άφεσις, εκεί υιοθεσία».
Είθε να λάβουμε όλοι κληρικοί και λαϊκοί την απόφαση επιστροφής στον Θεό πατέρα ομολογούντες: «Πάτερ ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου». Και τότε βέβαιον είναι ότι θα αναστηθούμε μέσα στην πατρική αγκάλη του Θεού και θα γίνουμε εκ νέου κοινωνοί της αγάπης Του, ακούοντες την πατρική Του φωνή να μας λέει: «Ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε και απολωλώς ην και ευρέθη».

Η Θεία Ευχαριστία

Πόσο σημαντικό είναι το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας;
Το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας είναι μυστήριο θεοποιητικό. Κατ' αυτό η φύση του ανθρώπου ζυμώνεται με τη θεότητα. Ενώνεται μυστηριακώς με το σώμα και το αίμα του Θεού, γεμίζει από Θεό, θεοποιείται. Ο κοινωνών λαμβάνει άφεση αμαρτιών και ζωήν αιώνιον. Αθανατίζεται, αφθαρτοποιείται. Μαζί με το βάπτισμα είναι κορυφαίο μυστήριο της Εκκλησίας. Καλείται δε «κυριακό» -όπως και το βάπτισμα- γιατί έχει άμεση τη σύσταση του άπό τον Κύριο (Ματθ. 26, 26-28).

Ποια είναι η φύση τον ιερού μυστηρίου;
Είναι μυστήριο και θυσία. Είναι μυστήριο κατά το οποίο, δια της ευχής του ιερέα, κατέρχεται η χάρη του αγίου Πνεύματος και μεταβάλλει τα φυσικά στοιχεία του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού. Το πράγμα είναι μυστήριο φοβερό, ανερμήνευτο και ακατάληπτο. Η μεταβολή και μεταποίηση γίνεται στην ουσία των φυσικών στοιχείων. Χάνουν δηλαδή τα στοιχεία τη δική τους ουσία, και τη θέση της καταλαμβάνουν το άχραντο σώμα και το τίμιο αίμα του Χριστού. Φυσικά διατηρούν τα συμβεβηκότα, όσα υπάρχουν περί την ουσία, δηλαδή τις φυσικές τους ποιότητες του βάρους, του χρώματος, της οσμής, της γεύσεως, της οξύτητος (του οίνου) κ.α. Αυτός που κοινωνεί δέχεται αυτούσιο το σώμα και το αίμα του Χριστού, αυτό που γεννήθηκε, αυξήθηκε, έπαθε στο σταυρό, αναστήθηκε εκ των νεκρών και, θεωμένο, αναλήφθηκε στους ουρανούς. Κοινωνεί ολόκληρης της ανθρώπινης φύσεως του Κυρίου και συνημμένως της θεότητός του, που είναι αχώριστα ενωμένη με αυτή. Κατ' επέκταση κοινωνεί και του τριαδικού Θεού!
Η θεία Ευχαριστία είναι ταυτόχρονα και θυσία. Είναι η ίδια η θυσία του σταυρού, πρόληψη της όποιας έκανε ο Σωτήρας κατά το Μυστικό Δείπνο της Μ. Πέμπτης. Είναι η ίδια θυσία με τη σταυρική, προσφερόμενη όμως αναιμάκτως, ενώ η θυσία του Σταυρού έγινε εν αίματι. Ομοίως, ενώ η σταυρική θυσία έγινε μια για πάντα για την κατάργηση της αμαρτίας και του θανάτου, η θυσία της ευχαριστίας γίνεται πολλάκις, με σκοπό να εφαρμόσει τα σωτήρια αγαθά της μεγάλης εκείνης θυσίας στο σώμα των πιστευόντων μελών της Εκκλησίας. Στη θυσία της Ευχαριστίας θύτης και θύμα είναι ο ίδιος ο Χριστός, ο οποίος προσφέρεται δια χειρός του ιερέως.

Όταν κοινωνεί κανείς χωρίς ηθική προπαρασκευή, κάνει μεγάλο αμάρτημα;
Ναι, πολύ μεγάλο. Διότι δε «διακρίνει» το σώμα και το αίμα του Χριστού (Α΄ Κορ. 11, 29). Δεν το χωρίζει από τις άλλες φυσικές τροφές. Δεν έχει αίσθηση αυτού που κάνει, ότι δηλαδή δέχεται μέσα του τον Κύριο. Προσέρχεται χωρίς να έχει φόβο θεού. Το χειρότερο δε, ανακατεύει το σώμα και το αίμα του Χριστού με ένα σωρό ηθικές ακαθαρσίες που φωλιάζουν στην ψυχή του και με τα αισχρά έργα της ανομίας του. Έτσι, αντί να λάβει θεία ευλογία, δέχεται στην ψυχή του κρίμα και κατάκριμα, γινόμενος έρμαιο του διαβόλου. Στην αρχαία Εκκλησία πολλοί που κοινωνούσαν αδιάκριτα αρρώσταιναν και πέθαιναν. Η προπαρασκευή για τη θεία κοινωνία είναι η ειλικρινής μετάνοια και η εξομολόγηση.

Όταν κοινωνεί κανείς μια μικρή μερίδα από τα αγιασμένα θεία δώρα, κοινωνεί ολόκληρο το Χριστό;
Ναι. Κοινωνεί ολόκληρο το σώμα και το αίμα του Κυρίου, ολόκληρη την ανθρωπότητα του και τη συνημμένη θεότητα του Λόγου. Δεν κοινωνεί τόσο μόνο από το σώμα και το αίμα του Χριστού, όσο αναλογεί στον όγκο και την έκταση του αγίου μεριδίου που δέχεται. Και στο πιο μικρό τεμάχιο της θείας Ευχαριστίας υπάρχει ολόκληρος ο Χριστός. Τόσο ο ιερέας που καταλύει ολόκληρη την ποσότητα των τιμίων δώρων που απομένει μετά την μετάληψη των πιστών, όσο και ο πιστός που δέχεται ένα μικρό μονάχα μέρος, κοινωνούν τον ίδιο Χριστό.
Όπως σε ένα μεγάλο καθρέφτη ανακλάται ολόκληρος ο ήλιος αν θραύσουμε τον καθρέφτη σε πολλά κομμάτια σε κάθε ένα από αυτά θα ανακλάται πάλι ο ίδιος ήλιος έτσι και ο Χριστός βρίσκεται ολόκληρος σε όλη την ποσότητα των καθαγιασθέντων τιμίων δώρων, όπως και σε ενα μικρό μερίδιο αυτών. Συγχρόνως είναι παρών και σε όλα τα αγία ποτήρια των ορθοδόξων ναών, όπου τελείται το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Είναι το μέγιστο θαύμα του Θεού!

Είναι σωστός ο όρος «μετουσίωση» ( transsubstantiatio );
Τον όρο αυτό χρησιμοποιεί κυρίως η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Δεν είναι εσφαλμένος. Εννοιολογικά αντιστοιχεί με τους όρους «μεταβολή», «μεταποίηση», «μεταστοιχείωση», που χρησιμοποιεί η Όρθόδοξη Καθολική Εκκλησία. Χρησιμοποιείται δε και σε μας ο όρος μετουσίωση με την έννοια της μεταβολής. Καλό όμως θα ήταν ν' αποφεύγεται η χρήση του στην o ρθόδοξη θεολογία, μια και θυμίζει σχολαστικές λεπτολογίες περί διακρίσεως ουσίας και συμβεβηκότων, βασισμένες στην Αριστοτέλεια φιλοσοφία. Οι όροι μεταποίηση και μεταβολή είναι δοκιμότεροι, ο δε ορθόδοξος πιστός δεν πρέπει να πολυπραγμονεί τον τρόπο με τον όποιο γίνεται η μεταβολή του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού (βλ. Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκθεσις της Ορθοδόξου Πίστεως, IV , ΙΓ΄, PG 94, 1144-1145). Του αρκεί η πίστη στην παντοδυναμία του Θεού και η συγκατάθεση του νου του στο φοβερό και απερινόητο θείο μυστήριο.

Είναι σωστή η χρήση άζνμων στη θεία Ευχαριστία;
Όχι, δεν είναι σωστή. Για τη θεία ευχαριστία χρησιμοποιείται άρτος ένζυμος και οίνος ύδατι κεκραμένος, σε ανάμνηση της ρεύσεως αίματος και ύδατος άπό την τρωθείσα με λόγχη πλευρά του Κυρίου επάνω στο σταυρό (Ιωαν. 19,34). Ένζυμο άρτο χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, άζυμα δε οι Ρωμαιοκαθολικοί και άλλοι. Δεν είναι δε ορθή η χρήση των άζύμων, διότι όταν ο Χριστός λίγες ώρες πριν από το σταυρικό του θάνατο έφαγε το τελευταίο εβραϊκό Πάσχα μετά των μαθητών του το εσπέρας της Μ. Πέμπτης, ότε και συνέστησε το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας (14 του μηνός Νισάν), χρησιμοποίησε άρτο, διότι τα άζυμα δεν ήταν ακόμη εν χρήσει. Η βρώση τους άρχιζε την επαύριο, την πρώτη ημέρα του εβραϊκού Πάσχα (15 του Νισάν) και διαρκούσε επτά ήμερες.

Επιτρέπεται να κοινωνούν της θείας Ευχαριστίας τα βαπτισθέντα νήπια;
Φυσικά επιτρέπεται. Εφόσον δέχθηκαν το ιερό βάπτισμα που τους αφαίρεσε το προπατορικό αμάρτημα και τα αναγέννησε πνευματικώς, και έλαβαν περαιτέρω το άγιο χρίσμα το όποιο σφράγισε τις δωρεές του βαπτίσματος, δεν υπάρχει κανένας λόγος να στερηθεί η τρυφερή και καθαρή φύση τους των ευεργετημάτων, που παρέχει η κοινωνία του σώματος και του αίματος του Χριστού.
Και στο θέμα αυτό καινοτόμησε, με το ίδιο πάντοτε σκεπτικό, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η οποία δεν παρέχει στα βαπτισθέντα νήπια το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Την πρώτη κοινωνία τους θα λάβουν τα παιδιά επίσημα στην Εκκλησία κατά την τέλεση του μυστηρίου του χρίσματος (12ο έτος).

Τι είναι η concomitantia, βάσει της οποίας η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δε χορηγεί αίμα Χριστού στους λαϊκούς;
Είναι μία θεωρία την οποία διετύπωσε ο Θωμάς A κινάτης για να δώσει θεολογικό έρεισμα στην πράξη της Εκκλησίας του να στερεί τους λαϊκούς από το άγιο Ποτήριο. Ο όρος σημαίνει «συνακολουθία». Κατά τη θεωρία, όπου υπάρχει σώμα εκεί πρέπει να είναι και το αίμα, που περιέχεται σ' αυτό. Σώμα χωρίς αίμα δεν είναι νοητό. Έτσι και στο σώμα του Κυρίου, τον άγιο άρτο, πρέπει να υπάρχει και το τίμιο αίμα του (ο αγιασμένος οίνος). Επομένως, κοινωνώντας ο πιστός του άρτου, κοινωνεί ταυτόχρονα και του αίματος (του οίνου) που περιλαμβάνεται σ' αυτόν. Συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να κοινωνεί ιδιαιτέρως και αίμα Χριστού. Το προνόμιο να κοινωνούν και αίμα Χρίστου επιφυλάσσεται μονάχα στους λειτουργούντες ιερείς. Οι μη λειτουργούντες (ιερείς) δεν έχουν τη δυνατότητα αυτή.
Εξυπνάδες βέβαια του Θωμά. Κρίμα που ο Χριστός αγνοούσε τη θεωρία του, και συνέστησε τη θεία Κοινωνία υπ' αμφότερα τα είδη, με ιδιαίτερη μάλιστα μνεία για το αίμα του, ειπών: «Πίετε εξ αυτού πάντες»! Στο «πάντες» φυσικά περιλαμβάνονται και οι λαϊκοί, άσχετα αν οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν αντίθετη γνώμη.
Ότι κύριος σκοπός της πράξεως αυτής του Ρωμαιοπαπισμού είναι η έξαρση των κληρικών υπεράνω του λαϊκού στοιχείου της Εκκλησίας, είναι περιττό και να σημειωθεί.

Πότε γίνεται ο καθαγιασμός των τιμίων δώρων;
Μετά το «τα σα εκ των σων», όταν ο ιερέας διαβάζει την ευχή καθαγιάσεως, επικαλούμενος το άγιο Πνεύμα να έλθει και με τη χάρη του να μεταβάλει τα φυσικά στοιχεία του άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού. Είναι φυσικά η ιερότερη στιγμή της θείας λειτουργίας. Όταν αύτη (η λειτουργία) γίνεται την Κυριακή, απαγορεύεται οι πιστοί να γονατίζουν, διότι η Κυριακή, ως ανάμνηση της Αναστάσεως του Χριστού, είναι ημέρα εόρτιας χαράς (Κανών 90 Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου). Κατά τις καθημερινές βέβαια, όταν τελούνται μνήμες Αγίων, η γονυκλισία επιτρέπεται.
Οι Ρωμαιοκαθολικοί ως στιγμή καθαγιάσεως των τιμίων δώρων δέχονται τους εισαγωγικούς λόγους του μυστηρίου, που εξεφώνησε ο Χριστός: «Λάβετε φάγετε...» και «πίετε εξ αυτού πάντες...». Αν ήταν όμως έτσι, ποια έννοια θα είχε η μνεία της ευχής καθαγιάσεως που απαντά σε όλα τα αρχαία τυπικά τελέσεως της θείας λειτουργίας;

Τι φρονούν γενικά περί θείας Ευχαριστίας οι Διαμαρτυρόμενοι;
Η θεία Ευχαριστία, μαζί με το ιερό βάπτισμα, είναι τα μόνα εκκλησιαστικά μυστήρια που δέχονται οι Προτεστάντες. Δεν μπορούν φυσικά να κάνουν αλλιώς, γιατί θα έμεναν εκτεθειμένοι, μια και περί αυτών κάνει ρητό λόγο η Γραφή.
Αλλά και το μυστήριο αυτό το δέχονται σύμφωνα με τις δικές τους προκαταλήψεις. Εν πρώτοις δε δέχονται τη θεία Ευχαριστία ως θυσία. Η θυσία εξυπακούει ιερείς, αυτοί όμως δεν έχουν ιερείς, γιατί απορρίπτουν το μυστήριο της ιερωσύνης, το όποιο ανήκει στην ορατή Εκκλησία, που ομοίως απορρίπτουν. Αυτοί έχουν μόνο ποιμένες (πάστορες), που κύριο έργο τους έχουν να κηρύσσουν το λόγο του Θεού.
Κατόπιν απορρίπτουν την πραγματική παρουσία του Χριστού στα δώρα της θείας Ευχαριστίας. Ο άρτος και ο οίνος, κατ' αυτούς, δεν είναι σώμα και αίμα Χριστού. Είναι απλώς σύμβολα της υποσχέσεως του Κυρίου να είναι πάντοτε μαζί με την Εκκλησία του και να την ευλογεί. Τη μετουσίωση απορρίπτουν κατηγορηματικά.
Πραγματική παρουσία δέχονται μόνο οι Λουθηρανοί (και φυσικά οι Αγγλικανοί), αλλά κατά έναν ιδιότυπο τρόπο. Για να ερμηνεύσουν την παρουσία του Χριστού στη θεία Ευχαριστία, έπλασαν τη θεωρία της Ubiquitas (βλ. Α. Θεοδώρου, Η περί Ubiquitas διδασκαλία των Λουθηρανών, Αθήνα, 1967), κεντρική ιδέα της οποίας είναι ότι το σώμα του Χριστού είναι πανταχού παρόν. Ως πανταχού παρόν, βρίσκεται και στον άρτο και τον οίνο της Ευχαριστίας. Μια πραγματικά πολύ απλή και εύκολη θεωρία. Δεν πρόσεξαν όμως κάτι. Αν ο Χριστός είναι παρών στην Ευχαριστία δυνάμει της πανταχού παρουσίας του σώματος του, τότε κατά ίσο λόγο θα είναι παρών και στις άλλες φυσικές τροφές. Σε τέτοια όμως περίπτωση, τι περισσό παρείχε η θεία Ευχαριστία; ’λλωστε και η αφετηρία της θεωρίας αυτής, ότι δηλαδή το σώμα του Χριστού είναι πανταχού παρόν, είναι εσφαλμένη. Ο Χριστός είναι ο πανταχού παρών με τη θεότητα και την ανθρωπότητα του, και όχι μονάχα το σώμα του, που, αν και ενωμένο υποστατικά με τη θεότητα και θεωμένο, δεν εξέρχεται των ορίων της πεπερασμένης του φύσεως. Περιττό να σημειωθεί, ότι στις σκέψεις αυτές υπάρχει εσφαλμένη αντίληψη περί αντιδόσεως των ιδιωμάτων των δύο φύσεων στο Χριστό. Ένα βήμα απομένει για να καταλήξει κανείς στο μονοφυσιτισμό.

Ο ιερέας - θεραπευτής και η πνευματική ιεροσύνη Μητροπολίτου Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου Απόσπασμα από το βιβλίο: «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία», Κεφ Β’.



Οι ιερείς, δεν είναι απλώς  "τελεστές ιερουργιών". Είναι κυρίως γιατροί, που με συγκεκριμένη θεραπευτική αγωγή, στέκονται εις τόπον Χριστού, βοηθώντας μας να ξεφύγουμε από τα πάθη μας.

    1. Ο Ορθόδοξος θεραπευτής

    2. Προϋποθέσεις για την ανάδειξη ιερέων – θεραπευτών

        Αξία της ιερωσύνης

        Κλήση και χειροτονία των Αποστόλων

        Βασική προϋπόθεση για την χειροτονία

        Οι τρεις βαθμοί της ιερωσύνης

    3. «Αναζωπυρείν το χάρισμα»

        Αξία της ιερωσύνης

        Βασικά προσόντα των θεραπευτών – ιερέων

    4. Πνευματική ιερωσύνη

    5. Αναζήτηση θεραπευτών


1. Ο Ορθόδοξος θεραπευτής

Έχουμε εντοπίσει έως τώρα την αλήθεια ότι ο Χριστιανισμός είναι κυρίως ιατρική – θεραπευτική επιστήμη. Επιδιώκει την ιατρεία την πνευματική του ανθρώπου. Αλλά όπως στην ορθή εξάσκηση της ιατρικής επιστήμης απαιτείται ύπαρξη καλού ιατρού, επιστήμονος ιατρού, το ίδιο συμβαίνει και με την πνευματική θεραπευτική επιστήμη. Χρειάζεται καλός ιατρός. Αυτός είναι ο επίσκοπος και ο ιερεύς.

Όπως παρατηρήσαμε προηγουμένως οι άνθρωποι σήμερα αισθάνονται τον ιερέα ως λειτουργό για να μπορέσουν να κοινωνήσουν των αχράντων Μυστηρίων, τον αισθάνονται ως εντεταλμένο από τον Θεό, ως υπηρέτη και διάκονο του Θεού για να εξομολογούνται τις αμαρτίες και να ανακουφίζονται πνευματικά, ως τον διάκονο του Θεού που προσκαλείται για να προσευχηθή στον Θεό με σκοπό να ευλογηθούν οι εργασίες τους κ.λ.π. Και βέβαια κανείς δεν μπορεί να αρνηθή ότι δεν θα κάνη και τέτοιο έργο ο ιερεύς. Αλλά συνήθως παρατηρείται ότι ο λαός θεωρεί τον ιερέα μάλλον σαν... μάγο  (ας μου συγχωρεθή η έκφραση αυτή). Γιατί όταν βλέπουμε την λατρευτική ζωή έξω από την θεραπεία, τότε μάλλον είναι μαγεία!

Επαναλαμβάνουμε όμως, για να το καταστήσουμε εμφανές, ότι ο ιερεύς πρωτίστως είναι ιατρός πνευματικός που θεραπεύει τις ασθένειες των ανθρώπων. Η λατρεία και τα Μυστήρια πρέπει να ενταχθούν μέσα στην θεραπευτική μέθοδο και αγωγή.

Ο ιερεύς και ως εξομολόγος είναι κυρίως θεραπευτής. Το μυστήριο της εξομολογήσεως δεν εξαντλείται σε μια τυπική άφεση, κατά τον δυτικό μάλιστα τύπο, σαν να είναι ο Θεός οργισμένος και απαιτείται μια εξιλέωση. Είναι κάτι περισσότερο. Εντάσσεται μέσα στην θεραπευτική αγωγή. Υπάρχουν πολλοί Χριστιανοί που εξομολογούνται πολλά χρόνια, αλλά δεν θεραπεύονται από τις αρρώστιες τις πνευματικές. Σ’ αυτό συντελεί η άγνοια τόσο του λαού όσο και των ποιμένων.

Ο επίσκοπος, ο ιερεύς, ο εξομολόγος είναι άρχοντες του λαού που τον καθοδηγούν από την Αίγυπτο στην γη της επαγγελίας ως άλλος Μωϋσής. Αυτή η καθοδήγηση απαιτεί κόπο και μόχθο, στέρηση και αγωνία. Είναι κυρίως θεραπευτική επιστασία. Οι άγιοι Πατέρες πολύ επιμένουν σ’ αυτήν την αλήθεια. Σαν παράδειγμα θα χρησιμοποιήσουμε τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, ο οποίος συνιστά ότι όσοι θέλουμε να φύγουμε από την Αίγυπτο και τον Φαραώ χρειαζόμαστε μεσίτη «προς Θεόν και μετά Θεόν», ο οποίος ευρισκόμενος μεταξύ πράξεως και θεωρίας, θα παρακαλή τον Θεό, «ίνα οι καθοδηγούμενοι την τε θάλασσαν των αμαρτημάτων περάσωμεν και τον Αμαλήκ των παθών τροπωσώμεθα». Και στην συνέχεια ο θεοφόρος άγιος διαλαλεί ότι, όσοι στηρίχθηκαν στις δικές τους δυνάμεις και ισχυρίζονται πως δεν έχουν ανάγκη κανενός οδηγού, απατήθηκαν[1]. Και από την διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης γνωρίζουμε τι υπέφερε ο Μωϋσής και πως καθοδηγούσε αυτόν τον σκληροτράχηλο λαό.

Ο πνευματικός αυτός Μωϋσής είναι ιατρός. Άλλωστε όλοι είμαστε άρρωστοι και έχουμε ανάγκη της θεραπείας και του ιατρού.

Η Θεία Κοινωνία

Το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι εκείνο που ανακαινίζει την ύπαρξή μας, μας αγιάζει και μας βοηθεί να ζήσουμε λειτουργικά κατ' εξοχήν το Σταυρικό Πάθος και τη ζωηφόρο του Κυρίου μας Ανάσταση. Όταν κοινωνούμε λαμβάνουμε μέσα μας το αληθινό Σώμα και Αίμα του Χριστού. Διότι, όπως πιστεύει, διδάσκει και ζει η Αγία μας Εκκλησία ο άρτος και ο οίνος, με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος κατά την τέλεση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, καθαγιάζονται σε Σώμα και Αίμα Χριστού.
Το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μας εξαλείφει τις αμαρτίες, καθαρίζει τη συνείδηση, αυξάνει την πίστη, θερμαίνει την αγάπη, στερεώνει την ελπίδα, στηρίζει τους ολιγοψύχους, χαροποιεί τους θλιμμένους, αφυπνίζει και κινητοποιεί τους αμελείς, θεραπεύει τους ασθενείς, «πλουτίζει» τους φτωχούς, «χορταίνει» τους πεινασμένους, «ντύνει» τους γυμνούς, «αναπαύει» τους κουρασμένους. Η Θεία Κοινωνία μας κρατά ενωμένους με τον Χριστό: «ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό Αἷμα ἐν ἐμοί μένει κἀγώ ἐν αὐτῷ».
Όμως, πώς θα πλησιάσουμε το Άγιο Ποτήριο; Το πνευματικὸ αυτὸ ερώτημα μας βασανίζει όλους. Τα ιερὰ κείμενα της Πίστεώς μας ομιλούν ξεκάθαρα για την πνευματικὴ προετοιμασία που απαιτείται πριν κοινωνήσουμε, για την ευλάβεια και το φόβο Θεού που πρέπει να χαρακτηρίζουν τον προσερχόμενο πιστό και την ευχαριστιακή μας στάση μετά την θεία Μετάληψη.
Πριν από τη Θεία Κοινωνία
1. Ομολογούμε στην Λατρεία μας, ότι κανείς μας δεν είναι άξιος, για να προσέλθει στη Θεία Κοινωνία, αφού όλοι μας φέρουμε το μολυσμό της αμαρτίας. Χρειάζεται γι' αυτό πνευματική προετοιμασία. «Δοκιμαζέτω δέ ἄνθρωπος ἑαυτόν καί οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καί ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω», τονίζει χαρακτηριστικά ο Απόστολος Παύλος. Και συνεχίζει: Εκείνος που τρώγει και πίνει αναξίως, «κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καί πίνει, μή διακρίνων τό σῶμα τοῦ Κυρίου» (Α' Κορ. ια', 28-30). Χρειάζεται, λοιπόν, αυτοέλεγχος, βαθειά συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας, συντριβή, αληθινή μετάνοια με διάθεση επιστροφής στην αγάπη του Θεού.
2. Στην προετοιμασία του χριστιανού καθοριστικό ρόλο έχει το πρόσωπο του Πνευματικού Πατέρα. Εκείνος έχει την ευθύνη ολόκληρης της πνευματικής πορείας του πιστού και άρα εκείνος ρυθμίζει και τη συχνότητα της προσέλευσής του στο Ποτήριο της ζωής.
3. Η εξομολόγηση είναι απαραίτητη προϋπόθεση πριν μεταλάβουμε. Εκτός αν ο Πνευματικὸς ορίσει αλλιώς. Το Μυστήριο της Μετανοίας και Εξομολογήσεως είναι το μόνο που μας καθαρίζει από την αμαρτία και μας προετοιμάζει να δεχθούμε τον ίδιο τον Κύριο.
4. Πριν κοινωνήσουμε, επιδιώκουμε να συγχωρηθούμε τουλάχιστον με τα μέλη της οικογενείας μας και με τους συγγενείς μας. Η Θεία Κοινωνία είναι Μυστήριο αγάπης και ενότητας των πιστών εν Χριστώ.
5. Η νηστεία των τροφών και η «κατὰ το δυνατὸν» εγκράτεια είναι αναγκαία και τα κανονίζει προσωπικὰ για κάθε πιστό μόνον ο πνευματικός, ανάλογα με την ηλικία και την κατάσταση της υγείας του καθενός.
6. Αποβραδὺς διαβάζουμε την Ακολουθία της Μεταλήψεως στο σπίτι μας ή κάποια περικοπή από την Αγία Γραφή. Κοιμόμαστε επίσης νωρὶς και ξυπνάμε πρωῒ, για να μεταβούμε στο Ναὸ, που θα λειτουργηθούμε και θα κοινωνήσουμε. Όσο πιο πρωῒ προσέλθουμε στη θεία λατρεία, τόσο καλύτερα θα βιώσουμε προσωπικὰ το σωτηριώδες Μυστήριο.
Την ώρα της Θείας Κοινωνίας
1. Όταν είναι να κοινωνήσουμε ή έστω να πάρουμε αντίδωρο, δεν παίρνουμε ποτὲ πρωινὸ στο σπίτι μας πριν, ούτε πίνουμε ροφήματα.
2. Το ντύσιμό μας και η φροντίδα του προσώπου μας ας είναι προσεκτική, τουλάχιστον εκείνη την ημέρα, ώστε να μην σκανδαλίσουμε κανέναν μέσα στο Ναό.
3. Κατὰ τη στιγμὴ της εκφωνήσεως απὸ την Ιερέα: «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε», μη βιαστούμε να σπεύσουμε να κοινωνήσουμε. Είναι καλὴ η συνήθεια να δίνουμε προβάδισμα στα παιδιά, στους εφήβους και στους γέροντες. Η αταξία είναι δείγμα περιφρόνησης των Αγίων Μυστηρίων. Ας έχουμε πάντα κατά νου, ότι δεν μεταλαμβάνουμε απλά, αλλά με τη θεία Κοινωνία ενώνεται ο καθένας μας με τον Ίδιο τον Κύριο και ταυτόχρονα οι πιστοί ενώνονται και μεταξύ τους σε ένα σώμα πνευματικό. Εκείνη την ώρα δεν βρισκόμαστε στη γη, αλλά στον ουρανό, όπου δεν χωρούν θόρυβοι, αταξία και βιασύνες, όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος.
4. Αναμένοντας με φόβο και καθαρή συνείδηση τη σειρά μας να μεταλάβουμε, χωρίς να ποδοπατούμε και να σπρώχνουμε, ας θυμηθούμε το γεγονός του Μυστικού Δείπνου και ας ψελλίσουμε το τροπάριο: «Τοῦ Δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ σήμερον, Υἱὲ Θεοῦ, κοινωνόν με παράλαβε· οὐ μὴ γὰρ τοῖς ἐχθροῖς σου τὸ μυστήριον εἴπω· οὐ φίλημά σοι δώσω, καθάπερ ὁ Ἰούδας· ἀλλ᾿ ὡς ὁ Ληστὴς ὁμολογῶ σοι· Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ σου».
5. Την ιερή εκείνη στιγμή της Θείας Μεταλήψεως κρατάμε με τα δύο χέρια μας το μάκτρο (κόκκινο μαντήλι) κάτω από το πηγούνι μας, κοιτάζουμε ψηλά, δεν σκύβουμε το κεφάλι, και λέμε μεγαλοφώνως το όνομά μας, έστω κι αν το γνωρίζει ήδη ο Ιερέας.
Μετά τη Θεία Κοινωνία
1. Μετά τη Θεία Κοινωνία δεν φεύγουμε τρέχοντας απὸ το Ναό. Επιστρέφουμε με ευλάβεια στη θέση μας και περιμένουμε να τελειώσει η Θεία Λειτουργία, ώστε να βιώσουμε καλύτερα το Μυστήριο της Ζωής στο οποίο προσήλθαμε. Θα βοηθηθούμε πολὺ και θα νιώσουμε ανέκφραστη εσωτερική ευφροσύνη αν στο σπίτι μας, μετὰ την επιστροφή μας, διαβάσουμε απὸ την Ακολουθία της Μεταλήψεως, τα «μετὰ την Θεία Κοινωνία».
2. Εάν χρειάζεται προετοιμασία για να προσέλθουμε στην θεία Κοινωνία, χρειάζεται ανάλογη επαγρύπνηση και πνευματική φροντίδα και μετά τη θεία Λειτουργία, για να μην φανούμε ανάξιοι της δωρεάς του Χριστού. Ο ιερός Χρυσόστομος λέει: «άκουσες στο Ναό ύμνους ιερούς, απόλαυσες τη βασιλική Τράπεζα, γέμισες από το Άγιον Πνεύμα, συνέψαλες με τα Σεραφείμ, έγινες κοινωνός των ουρανίων Δυνάμεων. Λοιπόν, μην πετάξεις τόση χαρά, μην διασκορπίσεις τον θησαυρό. Ας είναι τα έργα μας μετά τη θεία Κοινωνία αντάξια της αγάπης του Θεού». Με τον τρόπο αυτό θα έχουμε πάντα ένοικο μέσα μας τον Χριστό.